Τρίτη 20 Μαρτίου 2018

Ο ακροβάτης





     Δεν σε γνώριζα προσωπικά. Σε γνώρισα όμως μέσα από τους φίλους σου, γιατί είχες φίλους πολλούς. Είχες μεγάλη καρδιά μου είπαν και γέλιο τρανταχτό. Είχες χέρια δυνατά. Ήσουν ακροβάτης στα τεντωμένα σχοινιά. Ήξερες να τιμάς τους φίλους σου με αλήθεια. Ν΄αγαπάς το κορίτσι σου. Ήξερες να μην κρύβεσαι. Να έχεις ένα πρόσωπο.
     Εσύ δεν πυροβολούσες με ψέμματα. Κι όταν καμιά φορά πέθαινες ήταν αλήθεια. Ήσουν ένα παιδί που ήξερε από την αρχή πριν ακόμα ακούσεις όλο το παραμύθι, πως ο Βασιλιάς είναι γυμνός. 
   Έπεσες από μαχαιριά. Είπαν ότι τρεις σε μαχαίρωσαν, εσένα τον έναν. Το αίμα σου έβαψε τα αγαπημένα σου σκαλάκια. Εκεί που καθόσουν μέρες και μέρες με φίλους και γνωστούς. Στη πλατεία Ηρώων. Έχει η κάθε εποχή τους δικούς της ήρωες. Ξημερώματα Κυριακής, τη ώρα που η μέρα κέρδιζε την νύχτα. Τέτοια ώρα οι περισσότεροι κοιμούνται, κάποιοι άλλοι γυρνούν από τις διασκεδάσεις με σκόνη στ΄αυτιά και κάποιοι άλλοι ψάχνουν στα σκουπίδια για λίγο φαγητό ή για λίγη αγάπη. 
   Αύριο σε αποχαιρετάμε. Τα παιδιά σου έχουν αφήσει λουλούδια και σημειώματα στα σκαλάκια. Οι κηλίδες του αίματός σου είναι ακόμα ζωντανές. Τις επόμενες μέρες θ΄αρχίσουν να ξεθωριάζουν κάτω από τα βήματα των βιαστικών περαστικών. Μεθαύριο σ΄αυτό το ίδιο σημείο θα στηθεί η εξέδρα των επισήμων. Οι επίσημοι θα βγάλουν τους λόγους της εθνικής μας περηφάνιας. Ο Δήμαρχος θα έχει επιμεληθεί τον καλωπισμό της πλατείας Ηρώων. Τα συνεργεία καθαρισμού θα πλένουν με λύσσα, να ξεκολλήσουν τα ίχνη, να σβήσουν τις σκιές, τους παρίες της κοινωνίας μας. Θα έχουν γίνει όλα τα απαραίτητα προκειμένου όλα να δείχνουν σωστά. Να δείχνουν όμως. Όχι να είναι. Γιατί στη πλατεια όταν πέσει το βράδυ το σκηνικό αλλάζει. Βασιλεύει η βία και ο θάνατος. Kαι όσο εμείς θα  μείνουμε να διαβάζουμε και ν΄αναρρωτιόμαστε για τους δαίδαλους της εφηβικής ψυχής των δεκαεννιά σου χρόνων και θα πέφτουμε σε βαριά ληθαργική μνήμη και θα φωνάζουμε τι μεγάλο πράγμα που είναι το ασυνείδητο κι άλλα τέτοια πολλά, εσύ θα κάνεις το τελευταίο σου ακροβατικό.
   Πέταξες. Ήταν η στιγμή που κοίταξες τον καθρέφτη στο σημείο μηδέν και έσπασε. Κι ενώ εμείς μέσα στο καθρέφτη θα ψάχνουμε το καπάκι για να κλείσουμε μέσα στο μπουκάλι το τραύμα, την ντροπή και το πένθος, εσύ θα μιλάς για αντικατοπτρισμούς. Για όλα αυτά που είναι ολέθριο σφάλμα να τα κλείσεις μέσα και να κάνεις πως δεν υπήρξαν ποτέ. Για κήπους θα μιλάς, για μια ζωή χωρίς κελιά. 
    Ποτέ άλλοτε δεν θα μπορούσα να πω με περισσότερη σιγουριά: Nα την η εποχή των δολοφόνων. Χθες μέσα στο λεωφορείο, εκεί που κολλάει ο ένας άνθρωπος στον άλλο. Εκεί που δεν ξέρω τι κρύβει ο καθένας μέσα στις τσέπες και στα μυαλά του. Εκεί που δεν σε αντέχω και δεν με αντέχω, μέσα σε τόσα χρόνια θαμμένα στα ψέμματα και στα αίματα. Εκεί που με έσπρωχναν, που έπεφτε το ξένο σώμα πάνω στο δικό μου σαν μάρμαρο βαρύ και κοφτερό, σαν τάφου μάρμαρο, ξαφνικά άκουσα κλαρίνο. Απο μέσα μου θα είναι, είπα. Οι καρδιά μου που τρέμει θα είναι, σκέφθηκα. Οι καρδιές μας που κλαίνε.
Για σένα.



Στο Θωμά



      
         

Τετάρτη 14 Μαρτίου 2018

Μαριονέτα






       Aφουγκράζεται τους σφυγμούς του. Βρίζει, μετανιώνει, ερωτεύεται, προδίδει. Επιτίθεται από συνήθεια όπως τα αγρίμια και έπειτα παραλύει στην σκέψη πως σ΄αυτό που έπραξε ήταν αυτός. Αμφιβάλλει για οποιοδήποτε ψήγμα καλοσύνης υπάρχει γύρω του. Η αλυσίδα τον κάνει να ασφυκτιά, τον εμποδίζει να κοιμηθεί να φάει.
      Αρνείται, δέχεται, συμφωνεί, διαφωνεί χωρίς να κατανοεί την ουσία της ερώτησης που του γίνεται. Πεθαίνει μέρα με την μέρα σίγουρος πως παραμένει ζωντανός και ζει πλαστές αναστάσεις, γιατί η ύπαρξη τους του είναι αναγκαία. Πάσχει από άνοια σε σχέση με το παρελθόν, αλλά το χρησιμοποιεί για να αποδείξει πως θα δικαιωθεί αυτό που ισχυρίζεται για το μέλλον. 
    Ο χρόνος του είναι φασίστας. Του σιγοψυθιρίζει στο αυτί φόβους για να τον υπονομεύσει και να ελαττώσει το θάρρος του. Το θάρρος που χρειάζεται για να δημιουργήσει μεγάλα και υπέροχα πράγματα. Τρώει, πίνει νερό, βάζει τις πιτζάμες του. Κάνει ανακοινώσεις με τα μάτια του. Κάποιες φορές χάνει την αυτοκυριαρχία του και είναι τόσο τρομακτικό όταν το μόνο που θέλει είναι να παραμένει ψύχραιμος. Συντρίβεται και δεν γνωρίζει την αιτία. Μουδιασμένος, καθυστερεί να πάρει ακόμα και την πιο απλή απόφαση, όπως σε ποιο σημείο του τραπεζιού να καθήσει. Με τα μάτια και μόνο μπορεί να ανακοινώσει ποια είναι που επιτρέπεται και ποια αυτά που δεν επιτρέπεται να κάνει. Εύκολα θα μπορούσε κάποιος να τον πει τρελό. Αν δεν ήταν το πιο λογικό και αληθινό κομμάτι της ζωής. Όρθιος σε μια γωνιά ενός δωματίου θα αναζητά την πιο έντονη στιγμή της ζωής του. Και ό ήρωας που με τόση επιμέλεια θα είχε δημιουργήσει σ΄ένα λευκό χαρτί θα είναι τώρα απέναντι του. Ακριβώς όπως τον είχε ονειρευτεί, σχεδιάσει, σκαλίσει στο κεφάλι του. Η τρέλα έρχεται ψύχραιμα.  Τις περισσότερες φορές ανακαλύπτεται τυχαία. 
    'Οταν φοβάσαι χάνεις την αίσθηση του χρόνου. Δεν μπορείς να αντιληφθείς αν πηγαίνει πολύ γρήγορα ή αργά. 
  Οι άνθρωποι δεν θέλουν στην πραγματικότητα να γίνουν καλά. Θέλουν μόνο να εκλογικεύσουν. 

Φωτογραφία Ferdinando Scianna