Σύννεφα καταιγίδας μαζεύονταν στον ορίζοντα όταν ο πατέρας της μπήκε στο συνεργείο. Ένα συνεργείο επισκευής βαρέων οχημάτων, απ΄αυτά που επισκευάζουν τις ζημιές στα λεωφορεία, στις μπουλντόζες, στα σκαπτικά μηχανήματα ακόμα και στα στρατιωτικά. Της το είχε δώσει ο πατέρας της. Όλα ίσα τους τα είχε μοιράσει ανάμεσα σ΄αυτή και στον αδερφό της. Το συνεργείο η Κάλια, το σπίτι στο Λουτράκι ο Αργύρης. Το χωράφι στην Αιδηψό η Κάλια, την αποθήκη στην Καλλιθέα ο Αργύρης. Δίκαιη μοιρασιά. Για να μην έχουν να λένε πως αδίκησε κανέναν από τους δυο. Σκληρή δουλειά για κορίτσι, αλλά η Κάλια είχε τιμήσει την επιλογή του πατέρα της. Με σειρά μπήκε στους Μηχανολόγους Μηχανικούς στο ΕΜΠ. Το συνεργείο το αγαπούσε, την δουλειά της την έτρεχε με μεράκι. Είχαν να το λένε οι οδηγοί. Πάνω στην δουλειά της ήταν η Κάλια. Έβγαζε τα προς το ζην και μάζευε και κάτι στην άκρη για τα παιδιά. Μόνο που κουραζόταν. Δεν είναι λίγο πράγμα να είσαι μητέρα, εργαζόμενη και νοικοκυρά. Έφευγαν οι ώρες της μέρας και δεν τις ένιωθε.
Κανένας άλλος δεν ήταν εκείνη την ώρα στο συνεργείο. Τα ήξερε αυτά ο πατέρας της και πρόσεχε. Ιδιαίτερα όταν είχε κάτι να της ζητήσει. Κάτι απ΄αυτά τα δύσκολα που θα την αναστάτωναν και μπορεί να της έφερναν σκέψεις και να του αρνιόταν. Ενώ εκείνος ήθελε μόνο να έχει δίκαιη την μοιρασιά, και όλα ίσα και τακτοποιημένα. Κανείς να μην μείνει μετέωρος και μόνος και δυσκολευτεί. Η Κάλια το έπιασε στον αέρα όταν τον είδε να μπαίνει. Για μια στιγμή σκέφτηκε να κάνει αμέσως αναστροφή και να προσποιηθεί πως εκείνη την ώρα έφευγε. Όμως κάτι πανίσχυρο την κράτησε και να την έκανε να μείνει και να τον ακούσει. Μια παράλογη συμπεριφορά που σκοπό είχε να γεμίσει ένα κενό από πολύ παλιά φτιαγμένο. Όταν όμως κάτι γίνεται για να καλυφθεί ένα κενό από παλιά φτιαγμένο, δεν μπορείς να περιμένεις και πολλά παραπάνω. Πόσα να δώσεις για να νικήσεις τη μοναξιά;
Λίγες εβδομάδες νωρίτερα η Κάλια είχε ζητήσει στην Μαρία τη γυναίκα του αδερφού της να σταματήσει τη μερική απασχόληση που είχε στο συνεργείο. Ήθελε να βρει κάποια για πλήρη απασχόληση, έτσι που να έμενε και σ΄αυτή χρόνο να ξεκινήσει εκείνα τα μαθήματα Βιομηχανικού Σχεδίου στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Να κρατάει το συνεργείο όταν έλειπε, να κλίνει τα ραντεβού, να προγραμματίζει τη σειρά των επισκευών για να μην χρειάζεται να είναι από το πρωί μέχρι το βράδυ εκείνη. Το πράγμα δουλεύει και με λίγες λιγότερες ώρες εργασίας από την ίδια.
Ο πατέρας της όμως είχε αντιρρήσεις. Που ήθελε να βάλει ξένο άνθρωπο στο βιός της, αλλά κυρίως που έβγαλε τη Μαρία και που τώρα το εισόδημα της οικογένειας του αδερφού της θα μειωθεί και που αυτό θα φέρει ανατροπές. "Κάλια με καταλαβαίνεις; Τι θέλω να σου πω με καταλαβαίνεις; Η Μαρία μπορεί να βρει αλλού δουλειά, γιατί δεν τους φθάνουν τα λεφτά. Και αν βρει άλλη δουλειά και δουλεύει πιο πολλές ώρες, ποιος θα προσέχει τα παιδιά, ποιος θα μαγειρεύει, πάει το σπίτι του αδερφού σου, καταστράφηκε. Μετά, αυτός δικηγόρος στην καπνοβιομηχανία του Σακέλλη, δεν ξέρεις πόσες ώρες απαιτεί η δουλειά του να είναι εκεί; Ποιος θα είναι με τα παιδιά στο σπίτι ρε Κάλια; Και αν μετά βρει εραστή η Μαρία στην άλλη δουλειά, πάει η οικογένεια του αδερφού σου, τελείωσε. Και αφού ξέρεις πως ο αδερφός σου έχει τις ιδιοτροπίες του και είναι οξύθυμος και νευρικός και σηκώνει και το χέρι του καμιά φορά και χάνει τα λογικά του, τι θέλεις να γίνει κανένα κακό, να τρέχουμε και ναι μην φθάνουμε; Ή να τον παρατήσει σύξυλο η Μαρία και να του πάρει και να παιδιά, τα έχεις σκεφθεί όλα αυτά ρε Κάλια;''
Όχι ρε πατέρα είπε μέσα της η Κάλια, δεν τα έχω σκεφθεί όλα αυτά. Δεν είχα σκεφθεί πως όταν μιλούσες για δίκαιη μοιρασιά αυτό που εννοούσες ήταν πως θα είμαι αναγκασμένη να σκάβω στις λάσπες να βρίσκω το φαί μου. Πως θα είμαι οριστικά αναγκασμένη να πάψω να ονειρεύομαι πως πετάω αετούς και πως αυτή η σιγουριά, ίσως και όπως κάθε σιγουριά τελικά είναι η παρηγοριά των αδυνάτων. Και πως όπως τα φθινοπωρινά απογεύματα θυμίζουν πολλές φορές στον άνθρωπο τον θάνατο, έτσι και η καλοστημένη σιγουριά και σταδιοδρομία ανεβάζει τον ανθρώπινο νου στο μεγαλεπίβολο άρμα της επίγειας θεότητας, θάνατος και παρηγοριά και άλλα συναφή που όμως εγώ δεν είμαι.
Αυτά ήθελε να πει η Κάλια. Όμως δεν τα είπε, τουλάχιστον όχι εκείνη τη φορά. Μπορεί να μην ήταν η ώρα της ακόμα. Μπορεί να ήταν λόγια που έπρεπε να ειπωθούν όταν θα είχε φυσήξει ο σφοδρός άνεμος της Εαρινής Ισημερίας, που πάει να πει πως ο ήλιος σύντομα θα έλαμπε στον ορίζοντα. 'Όπως κι αν ήταν, το μετέωρο είχε πια εξαφανιστεί.
Ζωγραφική Liz Gribin