Γνωρίζω έναν άνθρωπο. Είναι εδώ και αρκετό καιρό θλιμμένος. Στην αρχή, όταν τον συνάντησα φαινόταν κοινωνικός, γελούσε δυνατά και εγκάρδια. Ήταν πάντα με το δικό του προσωπικό τρόπο περιποιημένος, χτενισμένος και δοτικός. Πρότεινε χωρίς περιστροφές να σε βοηθήσει αν περνούσε από το χέρι του, να σου προσφέρει, να σου δώσει. Μιλούσε δυνατά, γρήγορα, αψεγάδιαστα. Διάβαζε, παρακολουθούσε παραστάσεις, αγαπούσε την μουσική, αγαπούσε ανθρώπους και πάνω απ' όλα σκεφτόταν.
Είχε φτιάξει ένα δικό του κόσμο και ένιωθε ασφαλής μέσα σ΄αυτόν. Σιγά σιγά γίναμε φίλοι και άρχισα να βλέπω από κοντά την μοναξιά του. Ήταν ένας πραγματικά μοναχικός άνθρωπος. Πήγα σπίτι του, γνώρισα φίλους του, ξενυχτήσαμε, είπαμε πολλά, μοιραστήκαμε σκέψεις και προβληματισμούς, γελάσαμε πολύ όλoι μαζί. Βλέπεις οι θλιμμένοι ξέρουν και να γελούν πολύ και να έχουν φίλους.
Το θέμα είναι πως όσο γινόταν όλα αυτά γύρω έπεφτε ξεραϊλα. Σιγά σιγά, το χυδαίο, η κακογουστιά και όλα αυτά που δεν είχαν καμιά απολύτως αξία, ποιότητα και αισθητική άρχιζαν να επικρατούν. Όχι πως δεν το είχε καταλάβει. Κατάφερνε όμως να το ξεπερνάει, να το νικάει. Φυσικά αυτές οι νίκες ούτε μόνιμες ήταν, ούτε σίγουρες πως θα επικρατήσουν. Η ξεραϊλα έφερε και σιωπή. Αόρατα σχοινιά άρχισαν να ακινητοποιούν τους ανθρώπους στην θέση τους, αφήνοντας τους να κάνουν μόνο τις απoλύτως απαραίτητες καθημερινές κινήσεις και τίποτα παραπάνω. Όλο και λιγότερες διαμαρτυρίες και απόψεις ακούγονταν. Αυτό συνεχιζόταν με γρήγορους ρυθμούς και ορατό ένα κακό τέλος.
Μέσα σ΄όλα αυτά έψαχνε απεγνωσμένα ένα νόημα. Κάπως όπως έψαχνε ένα νόημα και στις ταινίες που με τόση αγάπη έβλεπε. Η ζωή όμως δεν είναι κινηματογράφος για να την κατανοήσεις και να την νοηματοδοτήσεις. Ούτε τις περισσότερες φορές είναι γεμάτη φαντασμαγορικά χρώματα και ακροβατικά. Άσε που έχει και μια μεγάλη δόση ματαιότητας. Λοιπόν;
Λοιπόν σκέφτηκε όλες εκείνες τις πανέμορφες, μικρές, και αθόρυβες στιγμές. Τις στιγμές που είναι γεμάτες με σπουδαίες ιστορίες. Ιστορίες που στην πραγματικότητα ξεκινούν πριν αρχίσεις καν να τις ζεις και τελειώνουν σε άδειες αίθουσες την ώρα που οι επόμενοι θεατές μπαίνουν για να ζήσουν την δική τους σπουδαία ιστορία.
Όλες αυτές τις σπουδαίες ιστορίες που εκτυλίσσονται πάντα ενδιάμεσα της προσοχής μας. Αυτές που ποτέ δεν συγκράτησε ακριβώς την αρχή τους. Ούτε προέβλεψε με ακρίβεια το τέλος τους. Αυτές τις ιστορίες που ξεκινούν, διαρκούν και τελειώνουν αθόρυβα. Αφού ακόμα και κατά την διάρκεια της εξέλιξης τους δεν συνειδητοποιείς πόσο μεγάλο και σπουδαίο είναι αυτό που ζεις. Κι ίσως κι έτσι διασφαλίζουν την επιβίωση τους σε όποιο χρόνο τους αντιστοιχεί. Αφού στην πραγματικότητα το αληθινό τους μέγεθος κρίνεται στις μελλοντικές αποτιμήσεις και στην αναπόφευκτη σύγκριση τους με τις επόμενες.
Αυτά σκέφθηκε κι άνοιξε την πόρτα και τα παράθυρα να βγει στο δρόμο, να έρθουν κατά πάνω του οι καινούργιες σπουδαίες ιστορίες του. Να μην τις προσπεράσει άθελα του.