Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

Υποθέτω



Υποθέτω πως είναι μικροπρεπές να περνάει κανείς την ζωή του ασχολούμενος με τα ξέρω του.

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2015

Προσωρινά




     H πόλη είναι υπερήφανη που έχει μπαρ, γραφείο τελετών, φυλακή, κάδους σκουπιδιών, παγκάκια, σουβλατζίδικο (με σουβλατζή τον απόλυτο τοπικό ημίθεο), περίπτερο το κέντρο του κόσμου, κουρείο με κουρέα που βλέπει στα μακριά μαλλιά σου την κοινωνική προσβολή και την εξουσιοδιοτημένη εκδίκηση, δύο σε ένα, φροντιστήριο αγγλικών, αυτοκίνητα και προσωρινά σπίτια.  
    Απ΄αυτά τα προσωρινά, τα μεγάλα ή μικρά, τα μια σταλιά που τα διασχίζεις σε μια στιγμή ή από τα άλλα τα όμορφα ταιριασμένα με τα περίτεχνα ξύλινα δάπεδα. Στα μικρά το τραπέζι κολλάει στο τοίχο της κουζίνας για να εξοικoνομηθεί χώρος, δυο καρέκλες, λάδι, ξύδι. Το κεφάλι βρίσκει στον απορροφητήρα. Και φοβάσαι μήπως καμιά φορά πιάσεις το σαμπουάν αντί για το λάδι και το ρίξεις στην κατσαρόλα. Έτσι δίπλα δίπλα που είναι όλα. Στα μεγαλύτερα χάνεσαι. Φωνάζεις να ακουστείς κάτω από ακουστικά. Σ΄αυτά η πραγματικότητα είναι απλά ντεκόρ του απόλυτου της ύπαρξης.  Προσωρινά σπίτια για ανθρώπους που ζουν προσωρινά, χωρίς ούτε με τους χώρους αλλά ούτε και με τους ανθρώπους μέσα σ΄αυτά να καταφέρνουν να σχετισθούν σωστά. Προσωρινά κρεβάτια.  Φοιτητές, πρόσφυγες, μετανάστες, εποχιακά εργαζόμενοι, άνεργοι ή από τους ακόμα μ΄εργασία. Και έρχεται μια στιγμή που ανακαλύπτεις ότι έχεις περάσει μια ολόκληρη ζωή προσωρινά.  Μικροαστικός κοσμοπολιτισμός. 
        Κι αυτός που νόμιζε πως ήταν πειρατής. Πως έφτιαχνε πανιά που όταν τα έβλεπαν οι άλλοι πειρατές πάθαιναν ζαλάδα. 
        Κι όλο να προσπαθεί να κάνει το προσωρινό μόνιμο, κι αυτό να μην γίνεται. Σπίτι όμως δεν είναι απλά ντουβάρια. Ο πολιτισμός εξαπλώνεται με τον κρυφό ρατσισμό του να τα τρώει όλα, κυκλοφοριακές υποδομές προσμετρώνται ως ανάπτυξη, τα τρένα υψηλής ταχύτητας προσπαθούν να δώσουν ένα κάποιο ύφος στα φτωχομπινέδικα μεγαλοστελέχη. Η γνώση να αποδεικνύεται ολίγην για να τον παρηγορήσει. Τα μήντια ξερνάνε σκουπίδια. 
    Και θέλει να μαζέψει τα σκουπίδια, να τα βάλει στην σακκούλα, να τα πάει στον κάδο μαζί με τα μισοφαγωμένα κρύα φαγητά. Μύρισε ολόκληρο το σπίτι και δεν αντέχει. Σαν μια απλή καθημερινή πράξη. Μετά με μια γενναία πράξη να περάσει το δρόμο απέναντι, να πάει στην στάση να περιμένει το λεωφορείο, χωρίς να κοιτάξει πίσω. Τα σκουπίδια είναι σκουπίδια πολλών χρόνων. Τον κυνηγά η μυρωδιά που ξεχειλίζει από το καπάκι όταν ανοίγει. Έτσι όπως είναι και ένας λεκές. Προσπαθείς να τον βγάλεις από τα ρούχα κι αυτός αντιστέκεται. Είναι λίγες οι φορές που οι λεκέδες σε κάνουν να νιώθεις βρώμικος. Τις περισσότερες φορές σε μετατρέπουν σε φταίχτη. 
     Να φτάσει το λεωφορείο, ν΄ανέβει, να αφήσει πίσω του την στάση και την εκκκρεμότητα.  Νοσοκομείο ''η Σωτηρία'', Σωτηρία Μπέλλου να γεμίσει τον αέρα. 
''Μ΄αεροπλάνα και βαπόρια και με τους φίλους τους παλιούς
τριγυρνάμε στα σκοτάδια 
κι όμως εσύ δεν μας ακούς.''
ώσπου οι φωνές μας συναντάνε 
τις βασικές σου τις αρχές''

   Ν' αφήσει επιτέλους την ζωή του να διαρρέει, ν΄αναλωθεί και να εκφραστεί χωρίς απολύτως καμιά πολιτισμική θεωρία και αναζήτηση του οποιουδήποτε νοήματος. Αφού σπίτι δεν είναι απλά τα ντουβάρια. 


      

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

Νοέμβρης




    Στις επτά παρά τέταρτο σηκώνεται, γραβατώνεται, δένει τα παπούτσια του, πίνει τρεις γουλιές καφέ και ξεκινά για την δουλειά. Τεσσεράμιση λεπτά μέχρι το μετρό με χαλαρό περπάτημα, έξι στάσεις μετά και δυόμιση λεπτά μέχρι το γραφείο. Συγκεκριμένο και στενό το καθημερινό δρομολόγιο.
     Στις έξι και μισή κλείνει τον υπολογιστή, σβήνει τα φώτα, τραβάει την πόρτα και παίρνει  το δρόμο της επιστροφής μονολογώντας και ''πάλι καλά''. Δυόμιση λεπτά, έξι στάσεις στο μετρό και τεσσεράμιση λεπτά χαλαρό περπάτημα, η επιστροφή.  Εννέα σκαλιά εισόδου στην πολυκατοικία, ανέλκυση με μικρό ασανσέρ, τρίτος όροφος, άνοιγμα της πόρτας με τα δικά του κλειδιά.
      Λίγες κουβέντες, δαγκωμένα χαμόγελα.  Γειά, πώς πήγε; Tα ίδια, τα γνωστά. 
Πετάει τα κλειδιά στο τραπεζάκι μπροστά στον καθρέφτη στην είσοδο. Μια φευγαλέα ματιά στον καθρέφτη. Αντανακλαστικό σχεδόν κατέβασμα του κεφαλιού στην θέα ενός αφυδατωμένου αγνώστου. Ξεγραβατώνεται, κρεμάει γραβάτα και σακάκι στη κρεμάστρα  με τα μπλε ψαράκια πίσω από την πόρτα. Ενθύμιο από έναν Αύγουστο στην Καρδαμύλη η κρεμάστρα ξέβαψε με τον καιρό. Πάνε τα μπλε ψαράκια, έμεινε μόνο ο γάτζος. 
    Ανοιγοκλείνει δυο τρεις φορές την πόρτα του ψυγείου. Γάλα, γιαούρτι, ένα σκεπασμένο πιάτο με τα χθεσινά μακαρόνια. Στην πόρτα του ψυγείου ανεμίζουν λογαριασμοί και χρέη. 
     Η τηλεόραση παίζει την επικαιρότητα. Τα νέα της ημέρας. Αποτρόπαια φονικά, μαζικές σφαγές, εκατόμβες. Τίποτα δεν δείχνει ικανό να ταρακουνήσει τους ανθρώπους εδώ που έφθασαν. Χαμηλώνει τον ήχο της τηλεόρασης. Την ακούει να μιλάει στο τηλέφωνο του υπνοδωματίου. 
    Βουλιάζει στην πολυθρόνα, ρίχνει πίσω το κεφάλι, κλείνει τα μάτια. Δεν θ' αλλάξει τίποτα πια σκέφτεται. Ένα ξεπερασμένο, παλιό εξάρτημα είμαι που ζω και λίγο από τύχη. Μια ιδρωμένη ελληνική ταινία που πέρασαν οι ώρες της. Και δεν μπορεί ούτε μια στιγμή να χαρεί την ελάχιστη ψευδαίσθηση πως σε κάτι είναι χρήσιμος. Να, να φτιάχνει καταπληκτικό μωσαϊκό, να βγάζει τον σκύλο βόλτα, να ρίχνει ένα ποτήρι νερό σ΄ένα γλαστράκι με πανσέδες που μόνος του φύτεψε Νοέμβρη μήνα. Κυρίως να θυμάται τις περισσότερες λεπτομέρειες, όταν το ήθελε. Που ούτως ή άλλως δεν το κάνει πια. Απλώς ξυπνάει, κοιμάται  και ξεχνάει. Ανοίγει τα μάτια του το πρωί και τα κλείνει το βράδυ σαν να είναι η πόρτα ενός μαγαζιού που βαράει μύγες.





Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

Αdagio II 31/10/2015
















    Όταν μπαίνεις στο βιβλιοκαφέ Adagio II στην Ναύπακτο, ο κόσμος αρχίζει ν' αλλάζει, να μυρίζει πιο όμορφα. Τακτοποιημένα και φροντισμένα τα βιβλία στις προθήκες και στα ράφια. Καδραρισμένα εξώφυλλα βιβλίων στον τοίχο. Φέρνουν κοντά τις μνήμες παλιών και νέων χρόνων. Ένας διαθέσιμος χώρος για τον περαστικό να ψάξει. Ο Σπύρος, η Σοφία και ο Γιάννης κινούνται μέσα στο χώρο με μεράκι και αρχίζουν όλα να γίνονται περισσότερο ανθρώπινα. Είναι εκεί που λες πως αν βγεις λίγο έξω από το κάδρο, η καρδιά κτυπά ακόμα πιο δυνατά και η αρτηρία πάλλεται.
    Έvα από τα σπουδαία δώρα που μου έκαναν και τα δυό μου βιβλία είναι η γνωριμία μου με ανθρώπους άγνωστους σε μένα μέχρι χθες. Ανθρώπους που αγαπούν και δουλεύουν αθόρυβα, ακούραστα και ταπεινά για το βιβλίο και όχι μόνο. Μετά μένουμε φίλοι και γίνεται ο κόσμος πιο μεγάλος.
Μια τέτοια βραδιά ήταν το Σάββατο 31/10/2015 στο Adagio II. Η παρουσίαση του βιβλίου αφορμή και αιτία να μιλήσουμε πολύ, ν ΄αναρρωτηθούμε, να κοιταχτούμε, να γίνουμε μια μεγάλη παρέα.  Η Μαρία και η Βάλια για πρώτη φορά σε τραπέζι παρουσίασης. Μια υπέρβαση αδερφοσύνης. Λόγια ουσίας.
Μια μοναδική βραδιά.