Δυο παιδιά μιλάνε.
Το ένα είναι ένα μικρό παιδί, γύρω στα 7, ορφανό που κατοικεί σε μια δομή φιλοξενίας, που πάει στο σχολείο, δεν έχει στολισμένο δέντρο, δεν έχει παιχνίδια, δεν έχει δικό του δωμάτιο, χρωματιστούς τοίχους και στολίδια, δεν ξεκινά από την ίδια αφετηρία. Το άλλο είναι ένα μεγαλύτερο παιδί γύρω στα 16 που έχει γονείς, που πάει σχολείο, που έχει στολισμένο δέντρο, κουραμπιέδες, μελομακάρονα, παιχνίδια, βιβλία, που ξεκινά από μια ''κανονική" αφετηρία.
- Να σου πω, εγώ δεν πιστεύω στον Άγιο Βασίλη, λέει το μικρό στο μεγαλύτερο.
- Μα γιατί; Τα δώρα; Κάποιος φέρνει τα δώρα.
- Εγώ δεν είχα ποτέ δώρα. Κανείς δεν μου έδωσε ποτέ δώρα.
- Ούτε εμένα μου έδωσε κανείς. Όμως εκείνες τις μέρες νιώθω μια παράξενη χαρά και λέω μέσα μου ότι αυτή η χαρά είναι δώρο. Αυτή η χαρά είναι για μένα το δώρο.
Το μικρότερο παιδί κοιτά το μεγαλύτερο με ένα βλέμμα απορίας και ταυτόχρονης έκπληξης. Τα έχουν αυτά τα ανθρώπινα βλέμματα. Χωρούν ταυτόχρονα πολλά, τα πάντα και κάποιες φορές το τίποτα. Σε δευτερόλεπτα του σκάει ένα χαμόγελο. Είναι πλέον φίλοι.
Το μεγαλύτερο παιδί λέει ψέμματα στο μικρότερο. Έχει λάβει πολλά δώρα. Αποφασίζει αυθόρμητα να γλυστρήσει έξω από την συνθήκη. Είναι ένα ψέμμα αναγκαίο. Είναι ένα νανούρισμα. Ίδιο και απαράλλαχτο με το νανούρισμα που μια μάνα τραγουδάει στο μωρό της όταν έχει κολικούς. Ποτέ κανείς δεν βρήκε τι σημαίνει ένας κολικός. Τι είναι αυτό που συνταράσσει ένα μωρό και κλαίει σπραξικάρδια. Δεν ξέρει η ιατρική τι είναι ο κολικός. Μια μάνα όμως ξέρει. Και στην θέση της μάνας, ίσως και ακόμα καλύτερα μπορεί να μπει ο κάθε άνθρωπος ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, τάξης που μπορεί να πει στον συνάνθρωπο του ''Βάστα καρδιά μου''. Βάστα, μη φοβάσαι.
Φωτογραφία Ανν Λου
Σκέψεις γεμάτες ανθρωπιά και μια άλλη διάσταση προσέγγισης της ζωής. Να είσαι καλά με όμορφες μέρες.
ΑπάντησηΔιαγραφή