Το σκουλαρίκι Παρατηρούσα τη δασκάλα μας και μου φαινόταν θεόρατη στα κοριτσίστικα μάτια μου. Είχε 8 χρόνια στα μέρη μας, απ’ ότι μου είχε πει μια θειά μου και απορούσα, τι βρήκε η έρμη στη Σουρδία να κάνει μια δασκάλα σαν κι αυτή, εδώ στο τεφρότοπο. Άντε καλά εμείς, δεν μας ρωτήσαν, μας φέρανε στο κόσμο δίχως επιλογή, αλλά αυτή; Τι αμαρτίες πληρώνουν άραγε οι άνθρωποι, έλεγα και ξανάλεγα στις φιλενάδες μου και γελούσαμε όλες μαζί. Το είχα ακούσει από τη μάνα μου να το λέει αγανακτισμένη στο πατέρα μου και το μαϊμούδιζα κι εγώ πέρα δώθε σαν λιβανιστήρι. Ήταν ψηλή για γυναίκα, ήταν δεν ήταν γύρω στο 1.80 μπόι, μπροστά της ήμουν νιάνιαρο και μικροκαμωμένο έτσι κι αλλιώς, είχε αρχίσει να γκριζάρει και θα ‘ταν σίγουρα πάνω από 40 τώρα που το καλοσκέφτομαι, αν και με τις γυναίκες δεν βγάζεις άκρη, βέβαια κατά τις πληροφορίες της θειάς μου ήταν γύρω στα 43 χρόνων, σωστό πρακτορείο ειδήσεων ήταν το σόι μου, σπάνια έπεφτε έξω στις εκτιμήσεις της και στα συνοικέσια. Ελαφριά χωρίστρα στη άκρη με σπαστά κοντά μαλλιά, κανονική στα κιλά της, κι όχι σαν την προηγούμενη δασκάλα μας, που σβαρνούσε τα ξίγκια της μια δεξιά και μια αριστερά. Ναι, καλά θυμάμαι, “ιπποποταμάκι” τη φώναζε η φιλενάδα μου η Βασιλική και ξεκαρδιζόμασταν στα γέλια και μόνο που κοιτιόμασταν. Τι χρόνια κι εκείνα, καβαλούσαμε το μαγικό μας σκουπόξυλο τα δυό μας και φτιάναμε ταξίδια σε όμορφες χώρες μακριά από τον ξερότοπο μας. Τι να κάνει άραγε κι αυτή; Χαμένη στο διάστημα θα είναι, ποιος ξέρει, ίσως ψάξω να τη βρω στον ουρανό του πλανήτη Πι, όπως λέγαμε στο σχολείο τότε και καμωνόμασταν ότι πετούσαμε. Το καλοκαίρι η γιαγιά μου μια φορά που ήρθε να με πάρει από το σχολείο, είδε την δασκάλα μας στη αυλή να μιλάει με τον δάσκαλο της έκτης και μου είπε “έχει ζεστό βλέμμα και καλή σκιά η ξένη, εγγόνι’μ”, αν και αυτό που κατάλαβα εγώ τότε, μου λαλούσε μάλλον για το χρώμα των ματιών της, δεν πήγαινε και στα καλά της η σχωρεμένη. Τα ‘χα προσέξει όμως, το χειμώνα ήταν καφετιά και την άνοιξη όταν άλλαζε ο τόπος πρασίνιζαν κι αυτά, μυστήρια πράγματα της φύσης, τι τα ψάχνεις; Σαν σήμερα θυμάμαι τη μέρα που πλησίασα την έδρα της για να ρωτήσω μια απορία που είχα στη γραμματική, στουρνάρι από μικρή ήμουν με δαύτη, κι είδα το σκουλαρίκι που φορούσε στο ζερβό της αυτί, ένα μικρό διαμαντάκι που λαμπύριζε στον ήλιο στη κάθε της κίνηση. Ασυναίσθητα γύρισα να δω και το δεξί της κι ανακάλυψα ότι δεν είχε, αφελέστατα την ρώτησα αν το είχε χάσει μέσ’ στο σχολείο για να το ψάξω, μου χαμογέλασε με μια μητρική ζεστασιά και μου απάντησε ότι αντιθέτως φορούσε πάντα το ένα και μοναδικό διαμαντάκι της ακόμη και όταν αυτό δεν ήταν κοντά της. Από τότες πέρασαν πολλά-πολλά χρόνια και στο λιγοστό μυαλό μου είχε δίκιο τελικά για πολλά πράγματα η δασκάλα μας, ιδιαίτερα μάλιστα, για κείνα τα σαββατοκύριακα που και τα δικά μου διαμάντια πηγαίναν στο πατέρα τους. ΥΓ. αρίστως έπραξε η διάθεση με γνώμονα το ένστικτο.
Το σκουλαρίκι
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρατηρούσα τη δασκάλα μας και μου φαινόταν θεόρατη στα κοριτσίστικα μάτια μου. Είχε 8 χρόνια στα μέρη μας, απ’ ότι μου είχε πει μια θειά μου και απορούσα, τι βρήκε η έρμη στη Σουρδία να κάνει μια δασκάλα σαν κι αυτή, εδώ στο τεφρότοπο. Άντε καλά εμείς, δεν μας ρωτήσαν, μας φέρανε στο κόσμο δίχως επιλογή, αλλά αυτή; Τι αμαρτίες πληρώνουν άραγε οι άνθρωποι, έλεγα και ξανάλεγα στις φιλενάδες μου και γελούσαμε όλες μαζί. Το είχα ακούσει από τη μάνα μου να το λέει αγανακτισμένη στο πατέρα μου και το μαϊμούδιζα κι εγώ πέρα δώθε σαν λιβανιστήρι.
Ήταν ψηλή για γυναίκα, ήταν δεν ήταν γύρω στο 1.80 μπόι, μπροστά της ήμουν νιάνιαρο και μικροκαμωμένο έτσι κι αλλιώς, είχε αρχίσει να γκριζάρει και θα ‘ταν σίγουρα πάνω από 40 τώρα που το καλοσκέφτομαι, αν και με τις γυναίκες δεν βγάζεις άκρη, βέβαια κατά τις πληροφορίες της θειάς μου ήταν γύρω στα 43 χρόνων, σωστό πρακτορείο ειδήσεων ήταν το σόι μου, σπάνια έπεφτε έξω στις εκτιμήσεις της και στα συνοικέσια. Ελαφριά χωρίστρα στη άκρη με σπαστά κοντά μαλλιά, κανονική στα κιλά της, κι όχι σαν την προηγούμενη δασκάλα μας, που σβαρνούσε τα ξίγκια της μια δεξιά και μια αριστερά. Ναι, καλά θυμάμαι, “ιπποποταμάκι” τη φώναζε η φιλενάδα μου η Βασιλική και ξεκαρδιζόμασταν στα γέλια και μόνο που κοιτιόμασταν. Τι χρόνια κι εκείνα, καβαλούσαμε το μαγικό μας σκουπόξυλο τα δυό μας και φτιάναμε ταξίδια σε όμορφες χώρες μακριά από τον ξερότοπο μας. Τι να κάνει άραγε κι αυτή; Χαμένη στο διάστημα θα είναι, ποιος ξέρει, ίσως ψάξω να τη βρω στον ουρανό του πλανήτη Πι, όπως λέγαμε στο σχολείο τότε και καμωνόμασταν ότι πετούσαμε.
Το καλοκαίρι η γιαγιά μου μια φορά που ήρθε να με πάρει από το σχολείο, είδε την δασκάλα μας στη αυλή να μιλάει με τον δάσκαλο της έκτης και μου είπε “έχει ζεστό βλέμμα και καλή σκιά η ξένη, εγγόνι’μ”, αν και αυτό που κατάλαβα εγώ τότε, μου λαλούσε μάλλον για το χρώμα των ματιών της, δεν πήγαινε και στα καλά της η σχωρεμένη. Τα ‘χα προσέξει όμως, το χειμώνα ήταν καφετιά και την άνοιξη όταν άλλαζε ο τόπος πρασίνιζαν κι αυτά, μυστήρια πράγματα της φύσης, τι τα ψάχνεις;
Σαν σήμερα θυμάμαι τη μέρα που πλησίασα την έδρα της για να ρωτήσω μια απορία που είχα στη γραμματική, στουρνάρι από μικρή ήμουν με δαύτη, κι είδα το σκουλαρίκι που φορούσε στο ζερβό της αυτί, ένα μικρό διαμαντάκι που λαμπύριζε στον ήλιο στη κάθε της κίνηση. Ασυναίσθητα γύρισα να δω και το δεξί της κι ανακάλυψα ότι δεν είχε, αφελέστατα την ρώτησα αν το είχε χάσει μέσ’ στο σχολείο για να το ψάξω, μου χαμογέλασε με μια μητρική ζεστασιά και μου απάντησε ότι αντιθέτως φορούσε πάντα το ένα και μοναδικό διαμαντάκι της ακόμη και όταν αυτό δεν ήταν κοντά της.
Από τότες πέρασαν πολλά-πολλά χρόνια και στο λιγοστό μυαλό μου είχε δίκιο τελικά για πολλά πράγματα η δασκάλα μας, ιδιαίτερα μάλιστα, για κείνα τα σαββατοκύριακα που και τα δικά μου διαμάντια πηγαίναν στο πατέρα τους.
ΥΓ. αρίστως έπραξε η διάθεση με γνώμονα το ένστικτο.
...είσαι απίστευτη με Α κεφαλαίο από εδώ έως το Φεγγάρι και πίσω...! όταν έχεις χρόνο κοίταξε τους πίνακες του... ;))
Διαγραφή