Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

Βαριά λουκέτα



     Όταν ήμουν φοιτήτρια  , τα βιβλία τα αρχειοθετούσα στην βιβλιοθήκη μου με κριτήριο την αισθητική . Βιβλία του ίδιου ύψους , με ομοιοόμορφες ράχες που είχαν αρμονικές αποχρώσεις , βρισκόταν εν σειρά στα ράφια . Γνωρίζω πως προκαλεί χαμόγελα αυτού του είδους η αρχειοθέτηση των βιβλίων . Θα πρέπει πάντως να παραδεχθώ πως ήταν μια απροβλημάτιστη αρχειοθέτηση . Μπορεί να ήταν έξω από οποιοδήποτε σύστημα λογικής , όμως μπορούσα ανά πάσα στιγμή να βρω το βιβλίο που έψαχνα.
     Ύστερα  ''μεγάλωσα , σοβάρεψα'' . Μετά από μια μετακόμιση ( η αλήθεια είναι πως με τις μετακομίσεις μεγαλώνεις) και ενώ τα βιβλία ήταν ακόμα σε κούτες ωρίμασα. Καθώς τα έβγαζα άρχισα πρώτα να τα ξεχωρίζω κατά είδος σε στοίβες.Ποίηση , λογοτεχνία, ψυχολογία, τέχνη, γεωλογία .  Οι στοίβες ψήλωναν και εγώ κατάλαβα πως δεν προχωρώ καλά. Αναθεώρησα και αποφάσισα να  εφαρμόσω επιπλέον διακρίσεις . Η λογοτεχνία χωρίστηκε σε ελληνική και ξένη . Η ξένη στην συνέχεια χωρίστηκε σε ευρωπαική - ξεχώρισα μονάχα την ισπανόφωνη με τον Μαρκές να διεκδικεί ολόκληρο ράφι-  και αμερικάνικη. Οι Ρώσοι κρατήθηκαν χωριστά.  Διαχώρησα τα βιβλία σχετικά με το θέατρο, τον κινηματογράφο , την μουσική, την ζωγραφική.
     Έμειναν κάτι μικρούλια βιβλιαράκια , τα περισσότερα από τα οποία ήταν της Εστίας. Ακολούθησα το παλιό σύστημα αρχειοθέτησης . Τα βιβλία αυτά τοποθετήθηκαν όλα μαζί και η βιβλιοθήκη μου τα υποδέχθηκε μετά βαίων και κλάδων αφού είχε ένα χαμηλό και μικρό σε έκταση ράφι που τα χωρούσε γάντι.
      Αυτές τις μέρες που ακούω να κλείνουν η μια μετά την άλλη οι βιβλιοθήκες των σχολών του Πανεπιστημίου, βιβλιοθήκες που μας ανάθρεψαν, το βλέμμα μου πηγαίνει συνέχεια στην βιβλιοθήκη μου.Θυμάμαι το λουκέτο στην Εστία μετά από 128 χρόνια λειτουργίας του Εκδοτικού οργανισμού.  Δεν ξέρω αν έχει πια νόημα να γράψω για τα αυτονόητα. Για τις βιβλιοθήκες που κλείνουν την ίδα στιγμή που τα ενεχυροδανειστήρια πολλαπλασιάζονται σαν μανιτάρια. Για το κενό που θα αφήσουν , για τους ανθρώπους που θα βρεθούν από την μια στιγμή στην άλλη στην ατελείωτη ουρα της ανεργίας. Και άλλα πολλά θα μπορούσα να γράψω για αυτά τα βαριά λουκέτα. Γαι όλο αυτό το σύστημα που μετρά την ευημερία με μονάδα μέτρησης το χρήμα. Για το πιο μπορεί να είναι ικανό κίνητρο να μας κάνει να παραδώσουμε κομμάτια του πολιτισμού μας.
      Αν τελικα δεν το κάνω είναι γιατί η σκέψη μου γυρνάει  συνεχώς γύρω από  τάγματα ειδικών δυνάμεων που πλημμύρισαν την οθόνη μας.  Από τους μαθητές των σχολείων που κτυπούν τους αλλοδαπούς συμμαθητές τους, το μίσος να καλπάζει για κάθετι διαφορετικό από μας.  .  Πλημμυρίζει η σκέψη μου από  σταγονίδια . Γυρνά η μνήμη μου λίγους μήνες νωρίτερα στους  ματωμένους Μπαγκλαντέζους που δούλευαν στις φράουλες .
     Βρίσκω στην βιβλιοθήκη μου και αντιγράφω τα λόγια του Γεράσιμου Λυκαρδόπουλου από τις ''μαρτυρίες'' :
'' Δεν μεγαλώσαμε εύκολα
Φοράμε ακόμα ρούχα κατοχικά
καπνίζουμε εφημερίδες
μεθάμε με μελάνι.
Μας πνίγουν οι καπνοί και οι λέξεις μας στενεύουν
Ερχόμαστε από πολύ μακριά. ''
     Κλείνω το βιβλίο και  αρχίζω να γυρνώ την ώρα σε ώρα μεσαίωνα. Σκέφτομαι πως από στιγμή σε στιγμή θα  ξαναακούσω την φράση : '' καταδικάζουμε την βία'' και αναρωτιέμαι τι θα μπορέσει να με βοηθήσει να εξακολουθήσω να αντέχω ν άκούω αυτά τα ψέματα.



Στον Λουκά

Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

Θα σε θυμάμαι από την μυρωδιά σου




       Κάποιες ώρες  όταν αραιώνουν τ' αυτοκίνητα και η κίνηση στο δρόμο βγαίνω καμιά βόλτα στην πόλη. Ίσως ψάχνω κανένα σημάδι που έχει αφήσει εκεί το αύριο. Η μυρωδιά της πόλης αψιά και διαπεραστική . Είναι η μυρωδιά των ούρων που έχει ποτίσει τα πλακάκαι και τα μάρμαρα. Αυτή  μυρωδιά με κυκλώνει,  με καταδιώκει . Που και που γαβγίζει κανένα σκυλί και γώ προχωρώ σε περιοχές λιγότερο πειραγμένες. Την μυρωδιά όμως δεν την ξεχνώ. Κολλάει πάνω μου για να μου θυμίζει που ζω , σε ποια τροχιά κυλάνε η χώρα , η πόλη, οι άνθρωποι , εγώ.
      Κανένα σημάδι δεν μου αφήνεις αύριο εκεί έξω. Είναι στιγμές που νομίζεις πως όλα θα συνεχίζονται έτσι συνεχώς. Η εμποτισμένη μυρωδιά δεν σβήνει, εσύ όμως μπορεί να σβήσεις σε μια στιγμή. Σε  μια στιγμή που είσαι όρθιος, που περπατάς σε κάποο βρώμικο πεζοδρόμιο ή σε μια στιγμή που κλείνεις τον υπολογιστή σου και ένα μήνυμα σε ειδοποιεί πως δεν θα σε χρειαστούν άλλο. Να περάσεις λέει από το λογιστήριο για τα 15 χρόνια που δούλεψες καθαρά και τίμια.
      Μάθαμε να στεκόμαστε . Αυτό κάνουμε.μπροστά σε γραφεία, σε ταμεία, σε ουρές, σε σκονισμένες βιτρίνες.  Και όταν δεν στεκόμαστε, βουλιάζουμε. Λίγο προχωράμε , σημειωτόν. Βαρύναν τα πόδια, δεν μπορούν να μας σηκώσουν.  Όσο έχει  ο άνθρωπος όνειρα να σηκώσει είναι ανάλαφρος. Οι προσδοκίες σε τρέχουν παρακάτω.
      Κάπου κάπου η μυρωδιά βαραίνει. Υπάρχουν δρόμοι που μεσουρανούν η αρρώστια και ο θάνατος. Άνθρωποι κυνηγάνε άλλους ανθρώπους. Δεν συναντάς πια εύκολα πρεζάκια. Τεχνητή εκκένωση, όχι κανένα σημάδι σου , αύριο. Δεν ξέρω που τα μαζέψανε τα πρεζάκαι , αλλά η αρρώστια τώρα είναι πιο βαριά. Μυρίζει κόλαση. Η μυρωδιά των ούρων μεταλλάσεται , παίρνει άλλο νόημα, άλλο απ'αυτό της παρακμής. Εδώ τα ούρα σχεδόν δεν ενοχλούν. Το φαντάζεσαι ;  Πως θα συνήθιζες μια  μέρα την μυρωδιά  γιατί θα έβλεπες τα χειρότερα ; Κάποιοι περνούν με καρότσι μπροστά από τους κάδους. Έχουν γάτζο, γάντια και μαγνήτη. Η μυρωδιά των ούρων μπλέκεται με τα σκουπίδια.
     Είναι και στιγμές που η μυρωδιά εξαφανίζεται για λίγο . Είναι σαν να γυρνάς στον πάνω κόσμο τότε. Παρηγοριέμαι με την μυρωδιά μιας νερατζιάς στο δρόμο. Υπάρχουν λέει πολλά σχέδια. Εκθέσεις σε άδειους χώρους, εικαστικά ιβεντ, αναρχόμενες ομάδες.
     Η μυρωδιά ξαναέρχεται και με γειώνει . Με βάζει ξανά στο παρόν. Αυτό το δύσοσμο παρόν της εγκακτάλειψης και  της παρακμής. Περισσότερο σου μιλώ αύριο για να σου πως πως είναι νύχτα εδώ. Μόνο το χώμα που πατάμε δεν είναι δανεικό και αυτό προς το παρόν. Όχι μονάχα το χώμα,  και τα μέσα μας επίσης δεν είναι δανεικά.  Τα πρωτοβρόχια κάτι θα ξεπλύνουν. Μήπως και σταματήσουν  να μας ποτίζουν το μίσος και η λύσσα για 'ο,τι δεν μας μοιάζει  και κρατηθούμε άνθρωποι. Μήπως και καταφέρουμε και δεν στραγγίξουμε τελείως.
     Θα σε θυμάμαι εποχή από την μυρωδιά της πόλης μου. Αυτή που περισότερο από το να ενοχλεί, να κρύβει, να μυρίζει , κάνει κάτι άλλο. Σημαίνει.


Φωτογραφία Νίκος Τεντόμας
http://flout.gr/postphotos/
    

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

Δικαιοσύνη





     Γνωρίζω ανθρώπους αγράμματους που πολεμήσανε τους ναζί με λύσσα. Γνωρίζω ανθρώπους πάμφτωχους που πολεμήσανε τους ναζί με λύσσα. Ούτε η αγραμματοσύνη , ούτε η φτώχεια σε κάνουν ναζί. Φασίστα σε κάνει το σκοτάδι στην ψυχή.

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2013

Εκεί θα σε γυρεύω




     Τον Παύλο δεν τον ήξερα. Ήταν όπως μου είπαν ραπάς. Τραγουδούσε μαζί με τα παιδιά με  τα φαρδιά . Είχε μου είπαν το θάρρος και την μπέσα να λέει ανοιχτά και δημόσια την γνώμη του . Χωρίς να μετρά συνέπειες και κόστος. Ο Παύλος χάθηκε από μαχαιριά φασίστα. Σήμερα τον αποχαιρετήσαμε.
     Ολόκληρη η ζωή μας είναι γεμάτη αποχαιρετισμούς. Από την μέρα που γεννιόμαστε , μέχρι την μέρα που φεύγουμε. Μεγαλύτεροι, μικρότεροι , ήσυχοι ή άγριοι αποχαιρετισμοί στοιχειώνουν την ζωή μας. Λες και κάποιος μας σημαδεύει από μακριά.  Στον καιρό μας πληθύναν οι αποχαιρετισμοί . Άλλοι φεύγουν για έξω, άλλοι μένουν μέσα και ζουν σαν να φύγανε, άλλοι φεύγουν ξαφνικά χωρίς να προλάβουν ούτε ένα γεια να πουν.
     Καμιά σαρανταριά άνθρωποι έβλεπαν ανήμποροι τον Παύλο να χάνει μπροστά στα μάτια τους την ζωή του . Έτρεχε το αίμα του στα πλακάκια του δρόμου και οι άνθρωποι παγωμένοι κοιτούσαν. Ακριβώς όπως κοιτάμε και τους ίδιους μας τους εαυτούς να χάνονται μέσα στην δύνη που ζούμε. Μέσα σε όλη αυτή την κατάρα που κόλλησε πάνω μας. Χωρίς να ξέρουμε ούτε που πάμε, ούτε τι περιμένουμε, ούτε ακριβώς ποιοι είμαστε , ούτε πότε θα τελειώσει όλη αυτή η ασφυξία.
     Στην πραγματικότητα  όταν η ζωή φέρνει μέρες χωρίς οξυγόνο δεν ξέρεις πότε θα τελειώσουν, αλλά συνεχίζεις να προχωράς. Προχωρούν και άλλοι την ίδια στιγμή . Έρχεται μια στιγμή που βρίσκεις κοινό παρονομαστή με τον διπλανό σου. Αυτό τον άλλο που ακόμα αντέχει να ξεκολλήσει από την θέση του ανήμπορου ηττημένου και να πάρει την ζωή στα χέρια του. Ξέρεις τι λέω ; Πως είναι κάμποσοι αυτοί οι άνθρωποι . Μπορεί να είναι ασύνδετοι, σκόρπιοι , σαστισμένοι , να μην επικοινωνούν μεταξύ τους , να μην έχουν κοινή πορεία , ούτε κοινή  εικόνα εαυτού . Μπορεί να πορεύονται μόνοι στα τυφλά και παγωμένι να βλέπουν το αίμα τους να χύνεται στα πλακάκια του δρόμου. Εξακολουθούν όμως από κάπου να κρατιούνται και να αντέχουν να ξεπερνούν το τυφλό μίσος και την οργή του ηττημένου. Αυτοί οι άνθρωποι είναι ο ορυκτός μας πλούτος.
     Τους βλέπεις, τους ακούς , δίπλα σου είναι .  Όταν στην μέση της κατεδάφισης όλων  των σταθερών εκείνοι αναζητούν  νέους όρους στην τέχνη και στην επιστημονικότητα. Στην ενδυνάμωση της κοινωνικής αλληλεγγύης που τόσο θαυμαστά ρίζωσε στους δύσκολους καιρούς.
     Στο σουβλατζίδικο της γειτονάς μου στέκεται και δουλεύει ώρες μια μεσόκοπη γυναίκα. Τυλίγει σουβλάκια στο χαρτί και τα δίνει. Παίρνει το αντίτιμο , δίνει τα ρέστα και πάλι από την αρχή. Το στήσιμο της μου κόβει κάθε φορά την απορία αν είναι νηστική όλη την ώρα που δουλεύει , αν ξεκλέβει καμιά μπουκιά,  ή αν την κερνάει κανένας. Σ΄αυτή την δουλειά του ποδαριού , την όρθια.
       Χρόνια δουλεύει στην ίδια δουλειά και εσύ χρόνια περνάς από μπροστά της. Μπορεί να πλούτισες , να χόρτασες, να ψήλωσες . Αυτή παρέμεινε εκεί. Πάντα όρθια. Κάποια μέρα θα σταματήσει να δουλεύει και θα έχει σακατέψει την μέση και τα πόδια της. Περιουσία όμως δεν θα έχει γίνει κανενός. Ούτε θα την έχεις κεράσει . Εκτός και αν στάθηκες στο ύψος της ακριβώς. Εκεί  στα μάτια αυτής της γυναίκας, θα σε γυρεύω πάντα Παύλο. Και ας μην σε ήξερα .
   
http://www.vetonews.gr/editorial/item/19745-ekei-tha-se-gyreyo

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Κορνίζες




      Οι φίλοι του , τον έλεγαν αφηρημένο. Τους άκουγε και νευρίαζε, πως δεν καταλαβαίνουν τίποτα τους απαντούσε και συνέχιζε να κρεμάει στους τοίχους άδειες  κορνίζες  χωρίς φωτογραφίες.  Δεν του άρεσε να εστιάζει πουθενά. Μ΄αυτό τον τρόπο δεν του διεύφευγε τίποτα και κανένας. Ήθελε να καρφώνει στο ντουβάρι ένα καρφί και να κρεμάει μια άδεια κορνίζα. Όπως κρεμάς  στο ίδιο καρφί ένα παγωμένο άνθρωπο. Ξύλινες , μαύρες , καφέ , πλαστικές , inox δεν είχε καμιά σημασία , φτάνει να ήταν άδεια και έκανε την δουλειά της .
     Στην πραγματικότητα θαύμαζε ειλικρινά τους αφηρημένους Από μικρός , όταν  έβλεπε εκείνα  τα άλλα παιδιά να βουλιάζουν βαθιά μέσα σε μια στιγμή και να τα ξεχνούν όλα μέσα σε λεπτά. Απλά και μόνο γιατί κάποιος στην γειτονιά βγήκε με μια καινούργια κοπέλα. Μούλιαζαν έτσι με την μυρωδιά σε καινούργια τραγούδια, καινούργιες γιορτές  χωρίς να προλάβουν ποτέ να στεγνώσουν. Εκείνα τα άλλα παιδιά  που τραγουδούσαν αλήτικα γύρω από αναμένες φωτιές, που τους αρκούσε μια νότα να κυλήσει για να ξεχάσουν την ακριβή ώρα του ραντεβού. Όλους εκείνους που δεν κρατούσαν λογαριασμό και στο πορτοκαλί του σούρουπου χάζευαν με τις ώρες στις διαβάσεις.
    Ήρθε μια στιγμή που όταν τον λέγανε  αφηρημένο δεν νευριάζε. Στεκότανε και άκουγε. Σε άλλη μια στιγμή το αποδέχθηκε και αφέθηκε. Έμεινε η βρύση ανοικτή. Σχηματίστηκε γύρω του μια όμορφη ,αφράτη λάσπη. Ικανή να τον ρουφήξει ολόκληρο.
     Παρασύρθηκε και λοξοδρόμησε.  Άρχισαν να του αρέσει να του διαφεύγουν τα πράγματα . Ακριβώς όπως η άμμος γλυστρά  μέσα από τα δάκτυλα μας μπροστά στα μάτια μας . Από τότε έπαψε να κορνιζώνει την απουσία. Κάτι σαν ν΄ άρπαξε  μια δεύτερη ευκαιρία. 

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Τράνζιτ



      Καταβάλω προσπάθεια τελευταία να δημοσιέυσω αυτά που γράφω. Εδώ και καιρό έχει αναλάβει ο εσωτερικός μου επόπτης και ελέγχει αυστηρά τις λέξεις μου, ξινίζοντας τα μούτρα του σχεδόν σε κάθε κείμενο. Θέλει οι λέξεις να κόβουν . Οι λέξεις όμως αντιστέκονται. Στέκονται αμήχανες και διαλύονται. Τα γράμματα προτείνουν τα μπαστουνάκια τους σ΄αυτούς που τα χρειάζονται , τα κουλουράκια τους στους πεινασμένους. Είναι αλήθεια πως δεν είμαι καθόλου σίγουρη για τον ρόλο ενός κειμένου  πια.
     Για μένα βέβαια δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να καταλάβω κάτι από το να γράφω και να μιλάω συνέχεια. Να ζυμώνω με τη γλώσσα τις λέξεις και με το χέρι τις φράσεις. Μονάχα έτσι παίρνουν σχήμα οι σκέψεις. Ακόμα και όταν οι εποχές δεν έχουν τίποτα να δώσουν. Ακόμα και όταν είναι εποχές μεταβατικές που απλά πρέπει να περιμένεις. Εποχές τράνζιτ. Όπως εκείνο το τελευταίο κομμάτι του χειμώνα που το βρίσκω πάντα πολύ πολύ κουραστικό γιατί δεν λέει να τελειώσει. Σαν να ζεις μια ατέλειωτη νύχτα, ένα ατέλειωτο κρύο κι ας μην είναι έτσι ακριβώς.
     Παράξενη εποχή που σχεδόν κανένα κείμενο δεν μπορεί κάπου να καταλήξει. Σαν να μην αξιώνεται ένα κείμενο να δει ένα τέλος της προκοπής. Φεύγεις  πάντα και η πόρτα έχει μείνει ανοικτή. Δεν ξέρω αν είναι γιατί η εποχή αφήνει όλο και πιο λίγα να σου κλέψουν ή αν τελικά είναι μια εποχή χωρίς δημιουργικές ουσιαστικές εντάσεις. Και ό,τι χάθηκε χάθηκε τόσο ξαφνικά που ακόμα όλοι είναι σαν να ψάχνουν τα κλειδιά και τα γυαλιά τους στο σπίτι γιατί εκεί τα θυμούνται να τα κρατάνε τελευταία φορά. Από την άλλη πως γίνεται και όταν κοιτάς μέσα σου ανακαλύπτεις τόσες γωνιές ακατοίκητες;
     Εποχές τρανζιτ σαν να κτυπάς το χέρι σου στο τραπέζι και να σκορπίζονται τα πουλιά. Έχει ένα περίεργο τρόπο να σε ταρακουνάει η ζωή. Σου χαλάει το ρολόι ξαφνικά. Ενώ  είναι ξημερώματα , εσύ δεν μπορείς να κοιμηθείς. Σηκώνεσαι , στέκεσαι μπροστά στον πάγκο της κουζίνας και περιμένεις να βράσει το νερό για καφέ.  Όι άλλοι κοιμούνται και εσύ ανοίγεις το ψυγείο να πάρεις γάλα. Κοντοστέκεσαι μπροστά στους λογαριασμούς που ανεμίζουν πιασμένοι από το μαγνητάκι πάνω στην πόρτα. Κάπως έτσι γίνεται όταν μετά από χρόνια αναζήτησης βρίσκεις τελικά κάποιο νόημα , χαλάει πάλι το ρόλοι και αρχίζεις να φοβάσαι πως πλησιάζει να σε πλακώσει ένα κομμάτι μάρμαρο. Όμως πόσες και πόσες φορές με χαλασμένους δείκτες ρολογιού  κάθησες πάνω στην άμμο και βλέποντας τον ήλιο να ανατέλλει , είχες πει στον εαυτό σου '' δες το καλα αυτό , πόσες ανατολές θα δεις στην ζωή σου ; '' Και τελικά είδες πολλές. Ανάμεσα , μέσα και'εξω από τρανζιτ εποχές που ναι μεν δεν τις νοσταλγείς αλλά που από την άλλη , σαν να σε έφτασαν με ένα δικό τους τρόπο  σ΄εκείνη την άλλη εποχή που ήσουν πια σπίτι ασφαλής, η θύελα είχε πέσει και η άγρια πρωινή σου βάρδια είχε πια περάσει.

Ζωγραφική David Hockney
   

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013

Υαλοκαθαριστήρες



     Τον ρώταγαν τι δουλειά κάνει και απαντούσε μεταφράσεις. Σε όσους τον ρώταγαν τι είναι η μετάφραση , απαντούσε ''τέχνη''. Είναι η τέχνη να βάζεις τις λέξεις στην σωστή σειρά αφού πρώτα τις ζυγίσεις. Να βρίσκεις θέση σε όσα γράμματα περιμένουν ξεροσταλιασμένα , κάπου να καταλήξουν. Σ΄ένα Τ που θέλει να πέσει στο κεφάλι σου . Σ΄ένα Ο που ορμάει να σε ρουφήξει σ΄ένα σκληρό φιλί. 
     Έλεγε επίσης πως συχνά έφθανε σε σημείο παραλυσίας χωρίς υπερβολή. Πως τον έλουζε ο φόβος  και ένας κρύος ιδρώτας πως μια λέξη παραπάνω να έβαζε θα τον άρπαζαν από τα μούτρα. Ένας μεταφραστής έλεγε διαρκώς εξετάζει και συγκρίνει την θερμοκρασία των λέξεων , των προτάσεων, των κειμένων. Κοιτά την θερμοκρασία του σώματος με την ίδια προσοχή και φροντίδα που μια μάνα θα βάλει το χέρι της πάνω στο μέτωπο του μωρού της να δει αν έχει πυρετό. Αν αμφιβάλει θα μετακινήσει το χέρι της από το παιδί  της στο δικό της μέτωπο. Να σιγουρευτεί με την σύγκριση . Στην ίδια θερμοκρασία δωματίου , θα φορέσει την έξαψη του παιδιού της και θα βρει την απόκλιση. 
      Έλεγε πως σε κάθε κείμενο δεν συναντά μονάχα μια γλώσσα. Πολλές φορές συναντά αρχέγονες γλώσσες με επιφωνήματα και αυτοσχεδιασμούς. Γλώσσες χωρίς αλφάβητα μονάχα με βογγιτά και λαχανιάσματα. Και άλλωτε σιωπή, πολλή σιωπή , λέξεις που δεν ειπώθηκαν , όρκοι που ξεχάστηκαν την άλλη στιγμή , απώλειες μνήμης και ασύνδετα περιγραφικά .Του έχει τύχει να μυρίζει ώρα το χαρτί να πιάσει πληροφορία και εκεί που νόμιζε πως ξεκινάει , νατην η σκέψη κυλάει , εκείνη να γλυστράει και η γλώσσα να δαγκώνεται στα τρια. 
      Τον ρώταγαν τότε αν αγαπά τις λέξεις. Καθόντουσαν αναπαυτικά απέναντι του και μιλούσαν με την φθορά του χρόνου για την φθορά των σχέσεων. Κτυπούσαν συνεχόμενες παύλες ,  ενωμένες σε μια  γραμμή μέχρι το τέλος. Με την  ανομολόγιτη ευχή να μπορέσει εκείνος να διακόψει το τέλος.Όμως δεν ήταν θαυματοποιός. 
      Τον ρωτούσαν πότε προλάβαινε να μεταφράζει τόσα πολλά κείμενα . Τόσες χιλιάδες λέξεις , αποσιωπητικά . Δεν ξερω απαντούσε . Δεν υπάρχουν απόλυτες απαντήσεις. Δεν υπάρχουν αυθεντίες. Ανεπίκαιροι άνθρωποι μονάχα υπάρχουν που στάθηκαν και δείχνουν σημεία για την περίπτωση που κάποιος τα αναζητήσει.  
     Είχε ένα μικρό κίτρινο αυτοκίνητο. Οι περισσότεροι τον περνάγανε  για ταξί. Σηκώναν τα χέρια να τον σταματήσουν . '' Στάση Δικαστήρια'',  ''στάση Γηροκομείο'' , στάση όσα έρθουν κι όσα πάνε, στάση νεκροτομείο - αναγνώριση νεκρού. Εκείνος επειδή οδηγούσε δεν μπορούσε να κουνήσει τα χέρια δεξιά και αριστερά. 'Ετσι άνοιγε τους υαλοκαθαριστήρες και προχωρούσε. Άλλο δεν του έμενε. Αυτό και η μετάφραση. 

Ζωγραφική Lori Nix
      

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

Όταν κρίνεις τους ανθρώπους




   Όταν κρίνεις τους ανθρώπους, κρίνεις τα φαινόμενα γιατί οι άνθρωποι ενσαρκώνουν φαινόμενα . Όπως μιλώντας για την φουρτουνισμένη θάλασσα, δεν αναφέρεσαι στο νερό, στην συγκεκριμένη σύσταση τη δεδομένη στιγμή, αλλά στο φαινόμενο της τρικυμίας. Και μόνο για λόγους επιβίωσης ο άνθρωπος από την φύση του κρίνει και αναλύει τα φαινόμενα. Η ανάγκη του να κρίνει τους άλλους και τις πράξεις τους ξεκινάει απ΄αυτό το βασικό, το στοιχειώδες. Από αυτή την σκοπιά , όχι μόνο δεν είναι κατακριτέο να κρίνεις τους άλλους , αλλά είναι απολύτως απαραίτητο. Απ΄αυτή την σκοπιά , δεν μπορείς να θυμώσεις με έναν άνθρωπο όπως δεν θα θύμωνες με μια τρικυμία. Από  την άλλη , έχεις όλα τα δίκια να θυμώνεις με έναν άνθρωπο , όταν επιτρέπει σ΄ένα φαινόμενο να βρει την έκφραση του. Έχει δηλαδή μεγάλη σημασία η διαχείρηση της τρικυμίας.


Ζωγραφική Sekino Junichiro