Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Που πήγε ο χώρος ;


 

    Κάθε γνώμη μας εξαρτάται -και- από την οπτική γωνία από την οποία θα κοιτάξουμε , θα προσλάβουμε και θα εξετάσουμε ένα ερέθισμα. Αυτή είναι η γωνία λήψης και είναι μια από τις σημαντικότερρες παραμέτρους στην διαδικασία της διαμόρφωσης μιας γνώμης. Ίσως και γι΄αυτό η γνώμη πολλών από μας καθορίζεται σε τέτοιο βαθμό από την τηλεόραση , επειδή εκεί η γωνία λήψης αποφασίζεται από ειδικούς και σερβίρεται με τόσο επαγγελματικό τρόπο που δύσκολα κανείς αντιστέκεται.
     Από  άλλη γωνία βλέπεις εσύ αυτό που διαβάζεις εδώ και από άλλη γωνία το βλέπω εγώ που το έγραψα. Θύμα και θύτης είναι ρόλοι που εναλλάσσουμε μεταξύ μας για να εμπλουτίζουμε τις εμπιειρίες μας στο πεδίο της επαξεργασίας των πιθανών γωνιών λήψης. Στις μέρες μας άλλωστε το ιδανικό είναι να βλέπεις όλα από την γωνία όπου στην έχουν στημένη , αυτό όμως το καταφέρνουν λίγοι και εκλεκτοί.
     Τελικά όμως δεν ξέρω αν μόνο εγώ έχω αυτή την αίσθηση, κάθε περσινό καλοκαίρι είναι  πιο ευρύχωρο. Κάθε χρόνο όλο και κάτι λείπει. Λίγα τετραγωνικά, λίγος αέρας. Το περίεργο είναι πως λείπουν μόνο από μερικούς όχι απ΄όλους. Σκέφτομαι πως εξακολουθούν να υπάρχουν δημοσιογράφοι- αρθρογράφοι που συνεχίζουν να γράφουν με τις σίγουρες πένες τους και γράφοντας να μοιράζουν μαστίγια. Ο αποδέκτης του μαστιγίου , έχει την υποχρέωση , κάτι σαν αυτοτιμωρία , πρωί, μεσημέρι και βράδυ να μπαίνει σ΄ένα βλακώδες , ακατανόητο και συνεχές αυτομαστίγωμα . Ο παραπανίσιος,  ο τζαμπατζής, ο μαζί τα κάναμε , μαζί τα φάγαμε, μαζί σιωπήσαμε, μαζί ψηφίσαμε, μαζί δεν είδαμε, μαζί παραλείψαμε, μαζί συναινέσαμε . Κάποιοι   φαίνεται πρόλαβαν και μετανόησαν μεταξύ τους πάντα, αυτοσυγχωρέθηκαν , αλληλοεξομολογήθηκαν , προσαρμόστηκαν βρε αδερφέ και τώρα μοιράζουν μαστίγια στους υπόλοιπους. Το μαστίγιο σ΄αυτό τον τόπο είναι γι΄αυτόν που θα βάλει και την πλάτη. Πάντα δηλαδή των άλλων.
     Και γράφουν επώνυμοι και ανώνυμοι τα ίδια και συνεχώς. Συχνάζοντας στα ίδια . Πρωί , μεσημέρι και βράδυ . Όμοια και απαράλλαχτα. Γι΄ αυτούς κάθε επόμενο καλοκαίρι θα είναι πιο ευρύχωρο , μπορεί να χτίσουν  και κανένα δωματιάκι παραπάνω . Αφού ''γράφουν ΄΄και πυροβολούν τους παραπανίσιους που πρέπει μάλλον να φύγουν και φεύγοντας να δημιουργηθεί ο απαιτούμενος χώρος. Μια επιθυμία σε άλλους συνειδητή και σε άλλους ασυνείδητη και γι΄αυτό δυσκολοπροσβάσιμη στην ανάλυση της, στην περίπτωση που κάποιος θα ήθελε να κάνει την αυτοκριτική του δηλαδή.
     Δεν ζητάω καμία χάρη και από κανέναν. Το σεβασμό του λόγου μόνο θέλω. Λόγος δεν είναι ο ήχος των ντεσιμπέλ της φωνής που ανεβάζουν, αλλά η αρχή των πάντων. Ο λόγος την ώρα που γεννιόταν, ούτε ήξερε , ούτε δεν ήξερε. Ο λόγος ΕΙΝΑΙ και αυτό του αρκεί. Τι παρανόηση τόσος θόρυβος να χρεώνεται στο λόγο. Θέλω να ξέρουν πως υπηρετούν τον λόγο. Και να δείξουν πόσο πονάει η ζωή όταν γίνεται καρφί στο κόκκαλο πια. Αυτό θέλω. Να πάψουν να ''γλείφουν '' κάθε σταγόνα από τις απόψεις των ομοίων τους με αμοιβαία αυτοικανοποίηση και να πετάνε μέσα στην αρένα - εκεί που χάνονται άνθρωποι , αληθινοί άνθρωποι ,μαστίγια. Σε λίγο δεν θα υπάρχουν ούτε δάκτυλα. Oύτε χέρια να τα κρατήσουν. Ο λόγος είναι ο χώρος.
     Κι αν πρέπει  σαν αντάλλαγμα να σας αφήσω την αίσθηση πως με σώσατε, σας την αφήνω. Σας σώζω κι εγώ από το βάρος της ευθύνης. Νάτα πάλι τα  πραγματικά , τρομακτικά μεγέθη της ζωής. Μόνο οι άνθρωποι πολεμάνε  μεταξύ τους.

Ζωγραφική  Jan Dobkowski     

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

Η γκρίνια




    Η γκρίνια νικάει τα πάντα .
Όμως όλα, ακόμα και τ΄άριστα μπορούν να ακυρωθούν και να γονατίσουν μπροστά στον αρχηγό τους , όταν αυτός εμφανιστεί. Έτσι και οι γκρίνιες έχουν την πρώτη μεταξύ των πρώτων και αυτή δεν είναι άλλη από την γκρίνια σχετικά με τις γκρίνιες. Όταν κάποιος γκρινιάζει γιατί τον ενοχλεί η γκρίνια τερματίζει τις δυνατότητες του τέλειου αυτού όπλου και γίνεται αρχηγός.
     Η γκρίνια δεν είναι επίθεση. Δεν είναι κριτική . Δεν είναι παράπονο. Όλα αυτά έχουν αρχή, μέση  και τέλος. Η γκρίνια είναι κρυμμένος φόβος , είναι μια ειδική κατάσταση και έχει μονάχα αρχή. Δεν είναι σχεδιασμένη να τελειώνει , μονάχα να εκτονώνει. Εκτονώνει τον φόβο μας πως δεν είμαστε αρκετοί και αυτό σε λίγο θα αποκαλυφθεί.  Πως η προσοχή των άλλων πάνω μας τελειώνει , και η μοναξιά πλησιάζει. Συναισθήματα που απέχουν συνήθως από την πραγματικότητα , είναι όμως ο δικός μας κόσμος, είμαστε εμείς. Η γκρίνια όποτε σταματάει , συμβαίνει ως αποτέλεσμα εξωγενών παραγόντων. Είναι όμως αυτόφωτη, αφού τροφοδοτείται από το μέσα μας.
     Το τέλος της γκρίνιας εξαρτάται από την ιδιοσυγκρασία του θύματος της. Αν είναι εφευριτικό  έχει ίσως κάποια ελπίδα , να βρίσκει λόγους να φεύγει γιατί έχει μια δουλειά . Αν δεν είναι τότε θα πρέπει να ξέρει  οπωσδήποτε να διασκεδάζει με τις αναποδιές και τις κακουχίες της ζωής . Αν είναι βίαιο δεν έχει ελπίδα. Η βία αναζογωνεί την γκρίνια και ας έχεις την αυταπάτη πως την σταματά. Είναι πολύ πρόσκαιρη η νίκη.
   Αν δεν τα καταφέρνει με ό,τι κι άν δοκίμασε , ο μόνος διαθέσιμος τρόπος επιβίωσης που του απομένει είναι να ξέρει ή να μάθει να γκρινιάζει καλύτερα από τον βασανιστή του . Έτσι που να κλέβει κι αυτός από το ίδιο βάζο με το γλυκό , να πάψει η χρήση της εκτόνωσης  να αποτελεί  όπλο και να στραφεί σε νέες λύσεις, πιθανόν πια περισσότερο διαυγείς. Τα σοφά στρουμφάκια τελείωσαν μάλλον όταν ο Γκρινιάρης γκρίνιαξε '' μου την δίνει η γκρίνια''. 

Σάββατο 27 Ιουλίου 2013

Καλοκαιρινό βράδυ




  Κι ας φαίνεται ατέλειωτη η ζωή.
  Υπάρχουν τόσα που θα θέλαμε να πούμε μα δεν είπαμε γιατί δεν ήταν κατάλληλη η στιγμή
   γιατί δεν βρήκαμε τις λέξεις ή το θάρρος
   γιατί δεν ήταν κατάλληλες οι συνθήκες
   το φως δεν έπεφτε σωστά στα μάτια σου επάνω
   ν΄ασχοληθούμε με κάτι άλλο προτιμήσαμε
   κρύψαμε για το μέλλον τα σημαντικά
   για μια ώρα δύσκολη, για μια ανάγκη αφήσαμε
   αυτό που ενωμένους μας κρατά.
   Περνάει ο καιρός, χάνεται η γη κάτω από τα πόδια μας.
   κάθε μας μέρα μετατρέπεται σε νύχτα
   κάθε επανάληψη μας βρίσκει στον αντίποδα
   κάθε μας φόβος είναι μια προφητεία .
   Δεν θα προλάβουμε να πούμε αυτά που θέλουμε
   και ας φαίνεται ατέλειωτη η ζωή όσο την ζούμε
   ζήσαμε τόσα μαζί , όλα τα κάναμε
   όλα, εκτός από το να γνωριστούμε.


Ζωγραφική Edward Hoper
      

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

Μέσα από σένα , είδα εμένα



      Εμείς οι άνθρωποι μοιραζόμστε με τον κόσμο την εικόνα που έχουμε για τον ίδιο μας τον εαυτό. 
      Αν η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας είναι περιορισμένη αυτό μας κάνει να είμαστε απελπισμένοι ή υπερόπτες ή επιθετικοί , να έχουμε άσχημες συμπεριφορές και δυσάρεστες διαθέσεις. Αν η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας είναι διευρυμένη τότε έχουμε μετριοφροσύνη, απλότητα , θέλουμε να προσφέρουμε , μπορούμε να αγαπάμε και χαιρόμαστε με το παραμικρό. Οι σχέσεις με τα πάντα γύρω μας καθορίζονται από την σχέση που διατηρούμε με τον εαυτό μας. Μια σχέση που  χτίστηκε από παλιά και είναι  η απάντηση που δώσαμε στα ερωτήματα , ποιος είμαι ; είμαι ικανός, μπορώ να τα καταφέρω; Αξίζω ; Αξίζει να με αγαπούν;  Αξίζω να έχω αυτά που θέλω ; . Η κάθε μας συμπεριφορά είναι απάντηση σ΄αυτά τα ερωτήματα. 
     Αν νιώσουμε τον διπλανό μας υπερβολικό στις εκδηλώσεις του , είναι ίσως γιατί έχουμε εμείς μια υπερβολικά συγκρατημένη διάθεση και φοβόμαστε την ίδια ώρα που λαχταράμε την ικανότητα του να χαίρεται με το παραμικρό. Ίσως έχουμε υπερβολικά αφεθεί στο τιμόνι της λογικής, απομακρυνόμενοι από το συναίσθημα μας, ,μη ξέροντας τι να το κάνουμε. Αν νιώθουμε τον διπλανό μας στερητικό , μπορεί να είναι ίσως γιατί μας κυβερνά μια ακόρεστη δίψα που κουβαλάμε από παλιές άνυδρες στιγμές της ζωής μας. Είναι σπουδαία στιγμή όταν ακούμε την γνώμη των αγαπημένων μας ανθρώπων ,  των φίλων για μας. Σπουδαία ως προς το περιεχόμενο της όχι μονάχα για μας, αλλά και για τους ίδιους . Είναι στιγμή γιορτής , όσο σκληρή κι αν είναι η κριτική. Μια στιγμή που μπορεί να φέρει αναγέννηση αν γίνει αντικείμενο αναστοχασμού και δεν κλειστεί με φόβο στα ψυχοντουλαπάκια. Μην φοβάστε να μιλάτε, αλλά ούτε να ακούτε. Μιλήστε όπως νιώθετε, φθάνει την ίδα ώρα να ακούτε. 
      Κάθε στιγμή μπορούμε να αφήσουμε πίσω μας ό,τι μας περιορίζει και να διεκδικήσουμε καινούργια ταυτότητα , ένα νέο υπέροχο πεπρωμένο. Η εικόνα μας είναι κάθε φορά μπροστά μας . Μέσα από σένα βλέπω εμένα. Αφού σε κοιτώ με τα δικά μου μάτια. Δεν έχει τόσο σημασία ποιοι είμαστε μέχρι χθες και πόσο μεγάλο είναι το φορτίο που ο καθένας μας κουβαλάει. Από την στιγμή που πραγματικά θα το πάρουμε απόφαση ν' αλλάξουμε θα υπάρξει μια εσωτερική δύναμη που θα μας καθοδηγήσει και θα είναι πάντα δίπλα μας στον ταξίδι της εκπλήρωσης. 

Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Τα φτηνά



    Μου αρέσουν πολύ τα φτηνά πράγματα. Αυτά που έχουν αγοραστεί με την οκά, με μόνο κριτήριο αξιολόγησης  την υπεροχή της αισθητικής τους σε σύγκριση με τα διπλανά τους στο ίδιο ράφι. Τα φθηνά ποτήρια, που δεν είναι σπουδαία , που τα σπας και λες δεν πειράζει, σιγά το ποτήρι. Κάπως έτσι είναι αλήθεια δεν πειραζει. Η αλήθεια είναι ότι φτηνά αγορασμένη την μεγαλοψυχία την προσφέρεις όσο ναναι πιο γενναιόδωρα.
     Η φτήνια μας εξασφαλίζει μια συναισθηματική απόσταση , που με την σειρά της εξασφαλίζει την μη φροντίδα , την μη αγάπη. Είναι η ίδια φτήνια που μας κάνει να μοιάζουμε ρεαλιστές, ενώ  η αλήθεια είναι ότι μας είναι απλά πιο εύκολο να μην συνδεόμαστε με τα υλικά όταν είναι φθηνά.
Κάπως έτσι φτηναίνουν και τα πνευματικά επιτεύγματα. Είναι εύκολο να μην συνδεθείς με το φθηνό. Το δύσκολο είναι να μην συνδεθείς με το ακριβό. Όμως το ακριβό , όπως και να το κάνουμε πονάει όταν χάνεται. Το πληρώσαμε με το κόπο μας λέμε, και μετράμε την αξία του σε εργατοώρες, για να διακιολογήσουμε την ταραχή μας. Πονάει σαν να είναι πολύτιμο, ενώ στην ουσία είναι βαρύτιμο.
    Μ΄αυτή την σύγχυση μεγάλωσαν πολλοί από εμάς. Και το πρόβλημα δεν είναι στις λέξεις αλλά στις έννοιες. Μέσα σ΄αυτούς τους παράξενους καιρούς το ακριβό είχε γίνει πολύτιμο αλλά το φροντίζαμε γιατί ήταν ακριβό και όχι γιατί ήταν ανεκτίμητο.
     Το ζήτημα όμως είναι να αγαπήσεις. Να φροντίσεις και να προστατέψεις κάτι, μέχρι να μπορείς να πεις  ότι σου είναι πια πολύτιμο. Όσα λεφτά και αν έχεις , δεν φθάνουν για να αγοράσεις την έγνοια. Η αγάπη δεν αγοράζεται. Το πολύτιμο όμως είναι και αγαπημένο και ο άνθρωπος δεν αντέχει πάντα τον αποχωρισμό από τα αγαπημένα. Γι ΄αυτό κάποιες φορές από τον πόνο της απώλειας προτιμά να μην αγαπήσει .
     Τα φτηνά, αναλώσιμα είναι μια έκφανση αυτής της ανάγκης και μαζί μια κάποια λύση. Αγοράζεις τα φθηνά για να τα σπάσεις κάποτε χωρίς άγχος. Στη εποχή μας , όλα συνέβαλαν στη ''σωτήρια '' αυτή αποστασιοποίηση. Όλα ταίριαξαν.Αφού συνέπεσε  το φαινόμενο, να φθίνουν  οι αξίες μέσα μας και να αδειάζουν οι τσέπες έξω μας, έτσι που να μην ξεχωρίζεις εύκολα την διαχωριστική μεταξύ φτώχειας και απαξίας.
     Σκέψου όμως να φθάναμε σε μια μέρα που δεν θα είχαμε μια, αλλά όλα στην ζωή μας και γύρω μας να ήταν πολύτιμα. Και να πίναμε νερό στις χούφτες.


Φωτογραφία Αντωνία Λουδάρου

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Χαμήλωσε


      Όταν σηκώνεις και δείχνεις με τεντωμένο δάκτυλο τον απέναντί σου να προσέχεις. Και όταν πετάς στημένες απαντήσεις, βγαλμένες από το λυσσάρι σου πάλι να προσέχεις.
       Γιατί υπάρχουν πολλοί που μεγαλώνουν σήμερα τα παιδιά τους με ψέμματα. Με ψέμματα, όχι με κέρματα. Και αν δεν ξέρεις πώς είναι αυτό, καλύτερα να μην κουνάς δάκτυλα τεντωμένα.
     Σκέψου μονάχα τι είσαι και εσύ. Με το ένα χέρι γαντζωμένο στο χθες και το άλλο μετέωρο, αυτό είσαι. Αφού χειρολαβή για το μέλλον ακόμα δεν υπάρχει. Αυτό το δήθεν καινούργιο που καθημερινά προστίθεται στην ειδησεογραφία είναι κατά κανόνα παλιό και ξανά ειπωμένο. Είτε με τον ίδιο, είτε με διαφορετικό τρόπο. Το σύστημα στο οποίο θεμελιώθηκε η καθημερινότητά σου δεν ήταν μόνο ψευδές και παράνομο αλλά και πολύπλοκο και επικίνδυνο. Ό,τι μας περιβάλλει είναι ασφυκτικό και εξαιρετικά δυσλειτουργικό. Κι όμως δεν δέχτηκες να ξεβολευτείς για να έχεις τώρα επιλογές.
     Η επιλογή δύσκολα περιγράφεται και ακόμα πιο δύσκολα βιώνεται. Πού να δεις πως αφομοιώνεται. Αυτή η επιλογή είναι όμως η χειρολαβή για το μέλλον. Τα ουτοπικά σχέδια αντικαθίστανται μπροστά στα μάτια σου από τα ''μη σχέδια''. Μια ωραία μέρα απλά έρχεται η ώρα για να πέσουν κεφάλια ώστε να συμπληρωθεί ένας αριθμός. Και η επιλογή σε αυτόν τον τόπο είναι μία μόνο: το μικρότερο πολιτικό κόστος. Το πελατειακό κράτος θα παραμείνει ζωντανό και μετά την πυρηνική καταστροφή, όσο εσύ κοιτάς μονάχα να σηκώνεις δασκαλίστικα το δάκτυλό σου για να δείξει τον απέναντι φταίχτη.
     Κατέβασε το δάκτυλο γιατί δεν ξέρεις την πραγματικότητα του διπλανού σου. Δεν ξέρεις καν την αναπηρία της δια βίου άρνησης σου στην διαφορετικότητα του. Δεν νομίζεις πως είναι καιρός να την μάθεις;  Θα αφήσεις το δάκτυλο σου να πέσει; Χαμήλωσε! Κράτησες ενός λεπτού σιγή για τους απελπισμένους;  Άσε τα "έτσι μάθατε", "υποθηκεύσατε το μέλλον σας" και άλλες τέτοιες μελούρες. Χαμήλωσε να ακούσεις πιο καθαρά τον αδύναμο, τον άρρωστο, τον μόνο.
     Αυτό το δάκτυλο θέλω μια μέρα να το δω κατεβασμένο. Θα είναι η μέρα που θα βγεις να περπατήσεις στους δρόμους. Θα σε ρωτήσω τότε "Τι είδες;" και θα μου πεις:
Είδα χαρούμενους, είδα λυπημένους
και είδα πολλούς ούτε χαρούμενους, ούτε λυπημένους
Μόνο πεινασμένους.
Θα καταλάβω πως εννοείς στερημένους. Και αυτό είμαστε όλοι. Και μας αφορά όλους. Θα είναι η μέρα που θ΄ αλλάξουν τα χρώματα. Θα είναι η νίκη δίχως πανοπλία.


Δημοσιεύθηκε
http://www.vetonews.gr/editorial/item/19268-xamilose

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

Σάββατο 13 Ιουλίου 2013

Άνοιξα μανταρίνι !


 



     Έχω πια βάσιμες υποψίες ότι τα παπούτσια μας όταν κοιμόμαστε παίρνουν ζωή, βγαίνουν από το σπίτι και αρχίζουν τις βόλτες εν αγνοία μας. Ίσως επιχειρούν να πάνε εκεί που εμείς δεν πάμε. Να ακολουθήσουν τ΄όνειρα μας με λίγη παραπανίσια συνέπεια. Αλλοιώς δεν εξηγείται πως κατα καιρούς βλέπω στο δρόμο σε άσχετα σημεία ,ζευγάρια παπουτσιών αφημένα σαν να περιμένουν κάτι η κάποιον. Δεν είναι ούτε πεταμένα , ούτε παλιά . Είναι τα περισσότερα σε αρκετά καλή κατάσταση, έχω δει ακόμα και καινούργια. Ίσως να είναι παπούτσια που αγοράστηκαν με ελπίδα , μπερδεύτηκαν με τα χρόνια σε άγονες γραμμές και ξαστόχησαν.
        Θυμάμαι ένα ανοιξιάτικο βράδυ που σκόνταψα σ΄ένα ζευγάρι αθλητικά  έξω από το κολυμβητήριο του Πανελληνίου . Αλλά και την περασμένη Κυριακή τριγυρνώντας το πρωί έπεσα πάνω,σ΄ένα ζευγάρι,  ξενυχτισμένες, γυναικείες μαύρες γόβες .Ήταν αφημένες η μια δίπλα στην άλλη , λες και περίμεναν δύο γυναικεία πόδια να τους δώσουν ζωή ή σαν να βαρέθηκαν την προηγούμενη ζωή τους και αποφάσισαν να κάνουν νέα αρχή.
      Την πρώτη φορά που είδα τα μοναχικά παπούτσια , μου φάνηκε παράξενο. Πλέον με διασκεδάζει και περιμένω να δω που θα συνατήσω το επόμενο ζευγάρι παπουτσιών . Κάτι απροσδιόριστο μου θυμίζουν με την σιωπή τους. Ίσως γιατί μαζί τους ξεκινάμε να πάμε σε απάτητες διαδρομές. Από τα βρώμικα πεζοδρόμια της πόλης, ως τα ασβεστωμένα σκαλάκια των νησιών. Μαζί τους στεκόμαστε μπροστά σε ακίνητες ανθρώπινες  φιγούρες στο Θησείο, σε μουσικούς ξεκούρδιστους. Πατάμε φύλλα φθινοπωρινά, μαζεύουμε αδέσποτα χαρτιά , κλωτσάμε τα χαλίκια. Είναι παπούτσια που κάποια στιγμή στην ζωή μας, όταν τα φορούσαμε  ή περνούσαμε τα κορδόνια τους από τις μεταλλικές ανυπόμονες τρύπες τους , ήταν  σαν να τα ρωτούσαμε  '' στις όχθες ποιου παραμυθιού θα με βγάλετε απόψε;   Ένα ελαφρύ τρίξιμο στο ξύλινο πάτωμα είναι η μόνη απάντηση που εγώ τουλάχιστον  έπαιρνα.
      Το καλοκαίρι αυτό μου φαίνεται διαφορετικό. Σαν κάποιος να πέρασε και να του φόρεσε τα ρούχα του Σεπτέμβρη. Βλέπεις το φθινόπωρο  είναι πάντα καλύτερο άλλοθι κι ας αρχίζουν να μικραίνουν οι μέρες. Τα καλοκαίρια τα παπούτσια ανυπομονούν πιο πολύ για βόλτες, σε μέρη που θα ήθελες να είσαι . Είναι και που η πραγματικότητα ώρες ώρες γίνεται αβάσταχτη. Όμως για δες. Προχθές ακόμα μαζευτήκαμε με τους φίλους. Από αυτή την κατηγορία των φίλων που θέλεις να τους φωνάξεις, αντί για εκείνο το '' Μην ενοχλείτε '' που μπαίνει έξω από τις πόρτες των ξενοδοχείων ,   ''ενοχλείτε !'' Φιλίες που δυναμώσανε με αυτή την περιβόητη αβάσταχτη πραγματικότητα και δώσανε υπόσταση στο ψωμί κι αλάτι φάγαμε μαζί.  Συναντηθήκαμε για να γιορτάσουμε το πλησίασμα ενός απ΄όλους μας στην μέση κάποιας δεκαετίας. Το μόνο που θέλω να πω είναι,  πως είμαι εδώ που θέλω να ΄μαι : στην πόλη που αγαπώ, με τους φίλους και γενικά με τους ανθρώπους που αγαπώ. Με αυτούς που με κάνανε να πιστέψω  πως ό,τι υπήρξε μια φορά , δεν γίνεται να πάψει να υπάρχει. Όπως εκείνο το '' άνοιξα , μανταρίνι'' που παίζαμε παιδιά και χόρταινε αέρα η ψυχή μας, γιατί ξυπνάγαμε από την δύναμη των αναμνήσεων κι ας ήταν η στιγμή που μόλις τις φτιάχναμε. Υπάρχουν φωτογαρφίες από την παιδική μας ηλικία , που μας βλεπεις να ξυπνάμε μέσα στην ίδια την φωτογραφία . Ξυπνούσαμε την ίδια ώρα που μαζεύαμε αναμνήσεις.
Με την σκέψη και μόνο  ( και κάθε σκέψη φέρνει πράξη)  ανοίγεις δρόμους που περιμένουν ένα ζευγάρι παπούτσια να τους διαβούν . Με αυτόνομη σκέψη.
    Φαντάζομαι με όλα αυτά πως και τα δικά μου παπούτσια το σκάνε τα βράδια . Και αφού  το σκάνε  άραγε που πάνε; Ίσως εδώ  που θέλω να είμαι.


Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

Πάμε να κυνηγήσουμε λιβελούλες ;




   Δούλεψε, υπολόγισε, διεκπαιρέωσε. Πριν  το καταλάβεις θα έρθει πάλι η νύχτα. Θα κοιμήθείς. Πριν κοιμηθείς πήγαινε  κάτω και τα σκουπίδια.
      Στο ενδιάμεσο , θα σου επαναλαμβάνουν πως βρίσκεσαι σε μια εποχή με εμμονή στην ατομικότητα και στην αυτοέκφραση. Θα βομβαρδίζεσαι από διάφοορα κλισέ, του τύπου  :  ''Άδραξε την μέρα με τον προσωπικό σου τρόπο'', ''μην αφήνεις τους άλλους να σου λένε τι να κάνεις'',  ''ανακάλυψε ποιός είσαι''.
     Εσύ την μια μέρα θα νιώθεις κάτι ανάμεσα σε μοναδικό και υπέροχο και την άλλη σε κάποιες αστραπιαίες στιγμές προσωπικής διαύγειας, θα νιώθεις κάτι ανάμεσα στην εκλεκτή ποικιλία των πνευματικών μπάζων. Φυσικά θα υποκριθείς στον εαυτό σου και στους διπλανούς σου πως είσαι συγκλονιστικά υπέροχος. Για τον πολύ απλό λόγο πως δεν θέλει κανείς , απολύτως κανείς να έχει φίλους μπάζα, ούτε καν ο ίδιος σου ο εαυτός.
     Ένας ανάμεσα στα εκατομμύρια των ανθρώπων είσαι , που ανοίγουν την τηλεόραση να δουν ακριβώς το ίδιο ΄΄κάτι΄΄. Που αγοράζουν το ίδιο στυλ ρούχα, το ίδιο αυτοκίνητο, που άθελα τους αντιγράφουν το ίδιο είδωλο και υιοθετούν το ίδιο πρότυπο.  Η εποχή μας δεν προωθεί , ούτε κάν ανέχεται  την αυθεντικότητα αλλά ούτε την αυτονομία.
      Αγκαλιά μ΄ένα σχεδόν ζούμε οι περισσότεροι. Σχεδόν εμείς, σχεδόν ολόκληροι, σχεδόν γνωρίζουμε, σχεδόν θέλουμε, σχεδόν ζούμε. Σχεδόν μπλέ. Σχεδόν κόκκινο.Γιατί για το ολόκληρο θα έπρεπε να βάλουμε τον αυθεντικό μας εαυτό  πιο πολύ σε όλα. Αλλά είμαστε διαφορετικοί ο ένας από τον άλλο. Όλοι βγάζουμε τον σκύλο μας βόλτα, μπορεί κάποιος να θέλει να βγάλει τον βάτραχο του, Δεν είναι λάθος , είναι αυτός.
     Ρωτάμε αν μια σκέψη, μια πράξη  είναι λάθος ή σωστή. Γιατί αυτό στην τελική έχουμε μάθει ότι μετράει.  Δεν υπάρχει λάθος και σωστό. Είναι ο ένας και είναι και ο διαφορετικός άλλος. Και υπάρχουν και κάποιες φορές που όλοι οι διαφορετικοί υπάρχουν μέσα στο ίδιο μέσα μας. Αρκεί να ξέρεις αυτό που κάνεις γιατί το κάνεις. ''Η αυθεντικότητα είναι η ρήξη με τις συμβάσεις '' λέει ο Ουγκώ στο θεταρικό του έργο Ερνάνης. Το να είσαι όμως αυθεντικός , σημαίνει να μην εξαρτάσαι από την γνώμη των άλλων και αυτό είναι μια κατάκτηση δύσκολη.  Ζούμε σε μια εποχή παθολογικής εξάρτησης από την γνώμη των άλλων. Σπαταλάμε την μισή μας ενέργεια σε οτιδήποτε δεν είμαστε εμείς και την άλλη μισή για να βρίσκουμε δικαιολογίες  να εξηγήσουμε τα ανεξήγητα.
    Κοπτοραπτική στα σχέδια μας για να χωρέσουν στις καταστάσεις. Δεν μιλώ για μεγάλες άπιαστες προσδοκίες , μιλώ για μικρά ανθρώπινα πράγματα, μικρότερες αποστάσεις , περισσότερα πηγαία γέλια. Πάμε για κάμπινγκ στην Σαμοθράκη , να χωθούμε κάτω από τους καταράκτες να κυνηγάμε λιβελούλες.
    Μεσάνυχτα μιλάμε με τους φίλους μέσω inbox και σχεδιαζουμε ιντερνετικά την καλοκαιρινή απόδραση. . Μια αναπνοή μακριά και μιλάμε γράφοντας,  πως καταντήσαμε έτσι ; Είναι αυτό το ''σχεδόν'' που ζούμε. Αυτό που σε κάνει να βολεύεσαι στην σπατάλη σου και στο ξόδεμα σου. Και να φανταστείς τώρα είναι και από το υστέρημα σου. Κι όμως το κρατάς το σχεδόν, σφιχτά να μην σου φύγει.
     Σου λέω να πάμε στην Σαμοθράκη στους καταράκτες, κοιτώντας το ακίνητο ταβάνι . Το cd έχει κολλήσει στην φωνή του Cave. Μου γράφεις πως δεν υπάρχουν τ΄απαραίτητα. Σου λέω είναι πολύ λίγα τα πραγματικά απαραίτητα. Τα απαριθμείς και με πιστεύεις.Ανοίγει  τρύπα στο ταβάνι και βλέπεις το φεγγάρι να ταξιδεύει στον έναστρο ουρανό. Κλείνουμε τους υπολογιστές και έχει ήδη μπει  στο σπίτι ένας μεταμεσονύκτιος καλοκαιρινός  ήλιος που μας καίει το δέρμα. Μαζί του ταξιδεύει στις φλέβες μας η αισιοδοξία. Δεν μπορώ τίποτα άλλο να σκεφθώ, παρά πως θα  την  έφεραν οι λιβελούλες. Και η αναγνώριση  πως τελικά μας αρέσουν. Αλλο περισσότερο απαραίτητο  απ΄αυτή την αναγνώριση, ειλικρινά, δεν γνωρίζω.


Δημοσιεύθηκε
http://www.vetonews.gr/editorial/item/19178-pame-na-kynigisoume-liveloyles
http://www.aixmi.gr/index.php/pamenakynhghsoumeliveloul/     

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2013

Σαν δροσιά






     Μεγαλώνοντας κανείς  ( κινητή γιορτή, ας μην το ξεχνάμε) , σιγά σιγά συνειδητοποιεί πως καθώς το εξωτερικό πεδίο μοιάζει να '' μαζεύει'' , να συρρικνώνεται ( γιατί ούτε άπειρες επιλογές έχει πια, όπως νόμιζε μικρός, αλλά oύτε ττην ίδια ενέργεια να τρέχει να τις ψάνει) , το εσωτερικό πεδίο απλώνει και βαθαίνει. Τη θέση της ξέφρενης δραστηριότητας , των άπειρων επιθυμιών , παίρνουν άλλα πράγματα, εντελώς άλλης ποιότητας, αρχίζει να στοχάζεται τον κόσμο , να τον ονειρεύεται δημιουργικά, παρά να θέλει να αφήσει ντε και καλά την σφραγίδα του πάνω σε ό,τι ακουμπάει. Είναι η στιγμή που αρχίζει να μοιράζεται και να αποκτά την ικανότητα να αποδεσμεύει από τα δεσμά του  αποκλειστικά δικού του φόβου,    αυτούς που αγαπά. Αντί για δεσμά , αφήνεται ελεύθερα στην επιλογή τους και η ζωή αρχίζει και κυλά περισσότερο ανεμπόδιστα. Αυτή η άποψη για μένα τουλάχιστον που μεγάλωσα μέσα στις μόδες των κομμάτων , των πολιτικών νεολαιών , του γενικότερου κλίματος ''ότι υπάρχεις μόνο επειδή κάνεις '' αλλά και του φόβου της απώλειας, είναι ανακουφιστική. Κάτι σαν να βρίσκεσαι από τον καύσωνα , στην δροσιά. 
      Καταλαβαίνω πια τις ανάγκες που κρύβονται πίσω απ'αυτές τις εμποδισμένες μας οπτικές . Καταλαβαίνω πως  χειρίζομαι τους άλλους για ασήμαντες αφορμές σημαίνει πως ζητώ μια μπουκιά φαί , γιατί είμαι στερημένος άνθρωπος . Μπερδεύω τις επιθυμίες με τα νευροκυκλωθυμικά μου , ψάχνω πάλι μια μπουκιά φαί. Ερωτεύομαι χωρίς να θελήσω να παραδοθώ αλλά με την κρυφή ανάγκη να εξουσιάσω ή να εξουσιαστώ ,πάλι μια μπουκίτσα φαί ζητώ. Δεν ακούω όταν μου μιλούν παρά μονάχα τον αντίλαλο μου και σ'αυτόν αποκρίνομαι. Αυτή είναι η στέρηση , η Μεγάλη πείνα, η ακλόνητη ακινησία.   
          Αν δεν ξεβολευτείς από τα στερεότυπα σου, φίλε, αδερφέ και εαυτέ μου , δεν θ΄αλλάξει τίποτα. 
      



Φωτογραφία Bruce Mozert

Τρίτη 2 Ιουλίου 2013

Στο πανηγύρι


 

 
      Στο πανηγύρι την βρήκα και στο πανηγύρι την έχασα. Ήταν μεγάλο πανηγύρι . Με την σκοποβολή του , τα γιαπωνέζικα μπιλιάρδα, τις μπουκάλες, τις σαμπάνιες και τα αλογάκια.
     Τ΄αλογάκια στριφογύριζαν βουίζοντας, τα μπιλιάρδα έκαναν καραμπόλες, οι μηλόπιτες μοσχοβολούσαν και οι καραμπίνες άδειαζαν. Ξέρω καλό σημάδι και καυχιέμαι. Όχι , όχι δεν την συνάντησα στην σκοποβολή , στις μηλόπιτες την πρωτοείδα. Ναι ναι έτρωγε λαίμαργα , εγώ πασαλειμένος την ρώτησα : '' 'Eι!Πως σε λένε ; Πες μου τ΄όνομα σου.'' Και αυτή μου είπε '' θα στο πω μετά ...''Από κει βρεθήκαμε στο σκοπευτήριο κι εκεί την έχασα...
    Στην αρχή σκόπευσα κι έριξα κάτω όλους τους στόχους. Σε κάθε νίκη μου φώναζε : '' Μπράβο ! Μπράβο !!'' Σαν δεν απόμεινε τίποτα όρθιο , έριξα κάτω τ΄αυτγό του συντριβανιού και σημαδεύοντας το την ρώτησα '' Έι! Πως σε λένε ;  Πες μου τ' 'ονομα σου.'' Την άκουσα να μου λέει '' θα στο πω μετά, θα στο πω μετά..''
     Τραβώ τ΄αυγό πηδάει, γυρνώ δεν ήταν πλαί μου. Την έχσα, μα την ξαναβρήκα. Έτρεχα σαν τρελλός σκουντουφλώντας πάνω στο πλήθος που με έβριζε και ...να , την κξαναβρίσκω στις μπουκάλες. Αγόρασα κρίκους , πολλούς πολλούς κρίκους που τους ρίχναμε μαζί και κάθε φορά που πέταγα τον κρίκο την ρώταγα : '' Έι ! Πως σε λένε ; και αυτή μου έλεγε '' θα σου πω μετά..''
     Ωπ! Πάει κι αυτό. Έλα τώρα να πάμε στις κούνιες , στις μεγάλες τις κούνιες ανεβαίνεις , ανεβαίνεις, ανεβαίνεις όλο και πιο ψηλά κι ύστερα κατεβαίνεις, κατεβαίνεις και πεθαίνεις. Την έχσα στις κούνιες . Ψάχνω ξανά στις μπουκάλες...ψυχή. Τ αφώτα ανάβανε , οι ίσκιοι σαλεύανε και ... να την ξαναβρίσκω στ΄αλογάκια. Τ΄αλογάκαι μόλις ξεκινούσαν και εγώ μόλις πρόφτασα να της φωνάξω : ''Έι , Έι !! Πως σε λένε ; Πεσ μου τ΄όνομα σου .'' Την ακούω να μου λέει '' θα σου πω μετά..''
     Η ορχήστρα , οι χρυσές καρότσες , οι πολυέλαιοι. , όλα , όλα μπαίνουν σε κίνηση. Κθότανε ολομόναχη πάνω σ΄ένα χάλκινο τέρας της αποκαλύψεως , που την μια λες και σφηνώνονταν στον ουρανό και την άλλη καταποντίζονταν στην κόλαση. Κάθε φορά που περνούσε από μπροστά μου καθισμένη πάνω στο χάλκινο τέρας της και ανέβαινε και κατέβαινε γελώντας , της φώναζα : '' Έ, Έι !! Πες σε λένε ; και μόνο από την κίνηση των χειλιών της μάντευα την απάντηση '' θα στο πω μετά ...θα στο πω μετά..'' Να έτσι την έχασα.
     Την πρωτοείδα στις μηλόπιτες και την έχασα στο σκοπευτήριο. Την ξαναβρήκα στις μπουκάλες και την έχασα στις κούνιες και να...που στ΄αλογάκια την βρήκα και στα αλογάκια την έχασα. Κάθε φορά που περνούσε από μπροστά μου , έγερνε το κορμί της γελώντας.
     Κι να, τ΄αλογάκια γυρίζουν όλο και πιο αργά και η ορχήστρα σταματά. Όλα σταματούν. Εγώ ορμώ στ΄άλογο της , που σταματούσε μπροστά μου , αλλά αυττή δεν ήταν πια εκεί. Που να πήγε κι έτρεχα μέσα στην σκόνη κι έτρεχα πίσω απ΄τις σκιές κα φώναζα : Έι ! Πως σε λένε ; Πες μου τ΄όνομα σου. ''
     Στο πανηγύρι τη βρήκα και στο πανηγύρι την έχσα. Μην πηγαίνετε ποτέ στα πανηγύρια. Εκεί βρίσκει ο ένας τον άλλο κι έπειτα χάνονται αναζητώντας. Να όπως εγώ τώρα δεν ξέρω τ΄όνομα της . Της φωνάζω : ''Έι Έι Έι !!! Ψάχνω , ψάχνω , ψάχνω παντού , μα δεν θα την βρω ποτέ, ποτέ, πια...

Ζαν Κοκτώ ''Στο πανηγύρι''



Φωτογραφία Mario Cattaneo
http://pinterest.com/motomu/mario-cattaneo/