Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

Το πιάνο έχει κάνει φτερά



     Προχωράς χωρίς να κάνεις θόρυβο. Αν και δεν ξέρεις τι μπορεί να συναντήσεις, δεν φοβάσαι, γιατί μπορείς να προαισθάνεσαι τους κινδύνους. Στο σάκο σου κουβαλάς ένα εγχειρίδιο και ένα πιστόλι. Κρατάς τις φωτογραφίες και τ΄αναμνηστικά από τις εξορμήσεις και τα ταξίδια σου σ΄ένα τετράδιο, μ΄ένα τριανταφυλλάκι σε απόχρωση σάπιου μήλου που ζωγράφισες μόνος απ ΄έξω. 
     Εκπλεπτυσμένες πόζες, κουβέντες και καμώματα ανακατεμένα και πεταμένα μέσα στο   τετράδιο. Ξεχωρίζεις μια φωτογραφία μέσα από το σωρό. Φαίνεσαι με τα χέρια γρατσουνισμένα καθώς έχεις στραγγαλίσει μια ολόκληρη μέρα. Στο τοίχο είναι κρεμασμένη από μια πρόκα μια ξέπνοη βδομάδα τόσο τελειωμένη όσο την στιγμή που της έριξες μια rσφαίρα στο κεφάλι μεταξύ Τετάρτης και Πέμπτης.
      Κρατάς σφιχτά την αίσθηση πως κάτι επίκειται να συμβεί.  Πολύ παλιά γνωστή αυτή η αίσθηση. Από εκείνα τα πρώτα ακόμα χρόνια που είχες την ικανότητα να σκοτώνεις με το ζόρι μια ώρα μέσα σ΄ένα απόγευμα ή ακόμα και ολόκληρο τ΄απόγευμα. Μετά ήρθαν μέρες, μήνες, ακόμα και χρόνια που ξέκανες πριν την ώρα τους. Τώρα τελευταία μπορείς να εξολοθρεύεις και ολόκληρες εποχές. Δυο τρεις τις κράτησες βαλσαμωμένες για να τις θυμάσαι με πρώτη ευκαιρία. Συνήθισες το κρύο άγγιγμα το πιστολιού, την ένταση της σκανδάλης, το σταθερό πάντα τίναγμα της εκπυρσοκρότησης. Αφουγκράζεσαι την ανάσα  του θηράματος την ίδια ώρα που υπολογίζεις τις διαστάσεις του.  Όμως η στιγμή κυλάει. Κυλάει μέσα από τα χέρια σου και εσύ μένεις να την κοιτάς να χάνεται. 
     Όπως και νάναι, αργά ή γρήγορα καθώς προχωράς αναγνωρίζεις την ευθύνη και τον κίνδυνο μέσα σ΄αυτό το θολό, βραδινό τοπίο με τους πολλούς γνωστούς αγνώστους   τριγύρω. Κάποτε υπήρχε ένα πιάνο σ΄αυτό το παράξενο θίασο. Όμως το πιάνο τώρα έχει κάνει φτερά. Στο λευκό χαρτί σε περιμένουν οι άδειες γραμμές. Είναι οι άδειες στιγμές. Η ζωή χωρίς. Άγραφες μπροστά σου οι αχνές γραμμές μοιάζουν με μονοπάτια που θα μπορούσαν να σε οδηγήουν σε μια ζωή μαζί. Αρχίζεις να αισθάνεσαι την υγρασία του εδάφους κάτω από τις αρβύλες σου και τότε ή πυροβολείς και σκοτώνεις το χρόνο ή ο χρόνος σκοτώνει εσένα.



Buster Keaton στην ταινία ''Τα φώτα της ράμπας''
Τα Φώτα της Ράμπας


     
              

Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

Μικρή εικόνα



     Σήμερα τον πήρε ο ύπνος στο μετρό λίγο πριν φθάσει. Λεπτά ήταν. Ανάμεσα σ΄εκείνα τα λεπτά πρόλαβε και είδε εκείνο το αγόρι που έστειλε μια συλλογή ποιημάτων σ΄έναν εκδότη ενώ ήταν ακόμα πρωτοετής φοιτητής με την ελπίδα, με την πίστη πως θα τα καταφέρει. 
    Τινάχθηκε από το φόβο μήπως πέρασε την στάση. Είχε χρόνο ακόμα. Έσταζε ιδρώτα μέσα στο βαγόνι. Ακούμπησε το χέρι του στο παράθυρο και ξαναέκλεισε τα μάτια του. Ο συρμός ξεκίνησε πάλι. Σαν να χάθηκε ξανά ο χρόνος, σε μια απειροελάχιστη κίνηση από την μια στην άλλη στιγμή βούλιαξε ξανά σ΄εκείνον τον παιδικό του εφιάλτη. Εκείνος έμενε μόνος στο λεωφορείο και κατέβαινε η μητέρα με τον αδερφό του. Σαν κάτι να γλυστρούσε προς τα πίσω και κάτι την ίδια στιγμή να ξέφευγε προς τα μπρος, οι δυνάμεις τους να ήταν ίσες και έτσι αυτός να μένει στο παρόν. Σαν ακίνητος. 
     Πετάχθηκε την τελευταία στιγμή και πρόλαβε να βγει στην σωστή στάση. Τι γίνονται όλα αυτά που δεν έζησε ποτέ; Που κατοικούν μονάχα στα όνειρα του; Που έφυγαν προς τα πίσω μια ανείπωτη στιγμή; Ένα βουναλάκι ολόδικων του εμπειριών που συνεχώς αυξάνεται. 
      Έσκυψε να δέσει τα αιωνίως άλυτα κορδόνια του. Ιούλης μήνας και η ζέστη δεν έπεφτε ούτε την νύχτα. Λίγα τα χρήματα για διακοπές. Και εκεί όπως ήταν σκυμμένος πάνω σε μια σπιθαμή ζεματιστού πεζοδρομίου σήκωσε το βλέμμα του στον ουρανό. Ένα δειλό που του έμοιαζε αστέρι κρυβόταν πίσω από ένα αχνό σύννεφο, και ήταν αυτό κάτι που άξιζε να κοιτάει. Κυρίως για να μην χαθεί ο αέρας ο κοπανιστός όπως του άρεσε να λέει.
     Όπως ακριβώς μέσα στις φλέβες κυλάει αίμα γεμάτο, όχι μετάνοια αλλά λαχτάρα και θέληση για εκεί που δεν έχει φθάσει ακόμα. Έστω κι αν δεν υπήρξε ούτε στιγμή η πιθανότητα που θα μπορούσε να είχε φθάσει. Όσο θα μπορεί να κοιτάει κάτι παραπέρα, θα υπάρχει ακόμα στην ανοιχτή θάλασσα εκείνη η τόσο μικρή σπιθαμή που δεν βούτηξε ακόμα.