Σαν σήμερα θυμάσαι την μέρα που σου στείλανε τα παπούτσια. Η μάνα σου είχε βάλει την ζακέτα με το άσπρο γιακαδάκι , αυτή που φορoύσε στις παρελάσεις, για να παραλάβει το δέμα. Ιστορική στιγμή. Δεν σε είχε ειδοποιήσει. Ήσουν μικρός και δεν ήξερες.Ένα ζευγάρι μαύρα , ολοκαίνουργια λουστρίνια. Δέρμα φίνο, μαλακό , δένανε με κορδόνια. Τρίζανε από την καινουργιάδα. Όταν σου τα έδωσε , στάθηκες εκστατικός . Μια κοίταγες τα παπούτσια και μια τον δρόμο που θα έβγαινες.
Πως θα περπατώ μάνα , εγώ , με τα παπούτσια αυτά , την ρώτησες. Πέρα από δυό ζευγάρια πάνινα που είχες , για τις γιορτές και το σχολειό , άλλα δεν είχες. Βάναυσα ζούσες , όμως είχες και τις χαρές σου, κάτι σου έμενε. Κοιτούσες τα παπούτσια με απορία. Από την μια τα καμάρωνες , από την άλλη ξένα σου φαινόντουσαν. Γιατί μου τα έστειλαν σκεφθόσουν, εγώ μια φορά δεν τους τα ζήτησα. Είχες συνηθίσει χωρίς παπούτσια . Στην αρχή οι πατούσες σου είχαν πληγιάσει , μετά ματώσανε και στο τέλος σκληρύνανε για να αντέξουν. Νύχτα μέρα ονειρευόσουν πως όταν έβγαζες με το καλό λεφτά, θ' αγόραζες της μάνας σου πρώτα παπούτσια , μετά του μικρού σου αδερφού του Νικολί και στο τέλος θα αγόραζες και για σένα.Έτσι για την χαμένη τιμή.
Για καλό σου , γιέ μου σου τα στείλανε, είπε η μάνα σου, να σε προστατέψουν θέλουν , φόρα τα. Έτσι το πήρες και τα φόρεσες , για καλό. Ένα ξαφνικό καλό , χωρίς ανταλλάγματα. Τα φόρεσες και ψήλωσε το τακούνι σου. Και αμέσως αρχίσανε τα διλλήματα. Κάτι διλλήματα , πελώρια σαν κύματα. Εσύ ήσουν και αισθανόσουν φτωχός από την μία και από την άλλη κοίταγες τα μοκασίνια σου , να τρίζουν ολοκαίνουργια και ξεχνιώσουν.
Άρχισες να πηγαίνεις και στα καφενεία. Ασσόδυο , ντόρτια και έμπαινες. Σούσουρο αμέσως. Κοίτα βρε τον Γιωργή, τι παπούτσια φορεί ,λέγανε όλοι. Καμάρωνες εσύ! Πιάσε μια ρακή φώναζες , και γράψτα στα βερεσέδια. 'Αρχισες να πηγαίνεις όλο και λιγότερο στα χωράφια, άφησες και το όνειρο σου να μπαρκάρεις. Δεν ήσουν εσύ τώρα για αυτά. Επιπλέον ερχόντουσαν και τα πακέτα , δεν ήταν για να λείπεις από την παραλαβή.
Καμιά φορά επιστρέφοντας στο πατρικό σου σπίτι από τις ολονύχτιες συζητήσεις για τα διλλήματα , το καλοκαίρι με το πορτοκαλί φεγγάρι ή τον χειμώνα με την μουτζουρωμένη από το καυσαέριο βροχή και με το κρύο, έκανες ότι κάνεις και σήμερα κλεισμένος στα αδιέξοδα σου. Μετέτρεπες τις συνηθισμένες αυτές διαδρομές σε διαδρομές προσωπικής δοκιμασίας, σε πορείες αινίγματος και επιθυμίας , με το ενδεχόμενο να σε οδηγήσουν κάποτε στο αληθινό σου σπίτι. Οι ασήμαντες λακούβες του νερού, άλλαζαν σχήμα και κλίμακα τότε. Γινόντουσαν χώροι τεράστιοι , λιμναίοι και κατοικήσιμοι. Ύψωνες μάντρες , εκεί που δεν υπήρχαν με καταράκτες αναρριχητικών που εντός τους φανταζόσουν μια αξιοπρεπή ζωή που σε αφορούσε. Μια ζωή απείρως πιο ενδιαφέρουσα από την πραγματική ζωή που ζούσες.
Μα το πρωί άρχιζες όλα αυτά να τα αποφεύγεις και επέστρεφες στον κλεφτοπόλεμο. Εσύ πια εξαπατούσες και την μάνα σου την ίδια, αφού και αυτή φρόνιμα όταν έπρεπε δεν σου μίλησε. Μονάχα σε κράτησε μικρό και κολλημένο στη φούστα της. Έκοψες και τα συναισθήματα , να μην σε ενοχλούν. Επιβίωνες. Εσωτερίκευσες μηδενικά. Έγινες εγωιστής. Όταν η μάνα σου ήθελε να σε ηρεμήσει , σου έκανε τα χατήρια και τα κατάφερνε , σε τουμπάριζε. Ίσως και να σου θύμιζαν τα παπούτσια , τον πατέρα σου που δεν γνώρισες ποτέ.
Τώρα στέκεις αδύναμος να κοιτάς το αδιέξοδο. Ένα λεπτό πριν ήσουν ευτελής ακόμα. Άπραγος έμεινες τόσα χρόνια και ξέχασες να πιστεύεις στον εαυτό σου. Η ευκολία σε κράτησε παιδί.
Σήκω αδερφέ μου και πολέμα. Να πετάξουμε τα παπούτσια , μας θυμίζουν το χθες.Αδιέξοδος και διέξοδος εμείς οι ίδιοι. Με γυμνά πέλματα , να κάνουμε τα πρώτα βήματα. Γεμάτοι ερωτήσεις όμως και όχι απαντήσεις , γιατί ήρθε η ώρα να μάθουμε πιά.
Φωτογραφία Milton Rogovin
http://www.miltonrogovin.com/biography.html
Πως θα περπατώ μάνα , εγώ , με τα παπούτσια αυτά , την ρώτησες. Πέρα από δυό ζευγάρια πάνινα που είχες , για τις γιορτές και το σχολειό , άλλα δεν είχες. Βάναυσα ζούσες , όμως είχες και τις χαρές σου, κάτι σου έμενε. Κοιτούσες τα παπούτσια με απορία. Από την μια τα καμάρωνες , από την άλλη ξένα σου φαινόντουσαν. Γιατί μου τα έστειλαν σκεφθόσουν, εγώ μια φορά δεν τους τα ζήτησα. Είχες συνηθίσει χωρίς παπούτσια . Στην αρχή οι πατούσες σου είχαν πληγιάσει , μετά ματώσανε και στο τέλος σκληρύνανε για να αντέξουν. Νύχτα μέρα ονειρευόσουν πως όταν έβγαζες με το καλό λεφτά, θ' αγόραζες της μάνας σου πρώτα παπούτσια , μετά του μικρού σου αδερφού του Νικολί και στο τέλος θα αγόραζες και για σένα.Έτσι για την χαμένη τιμή.
Για καλό σου , γιέ μου σου τα στείλανε, είπε η μάνα σου, να σε προστατέψουν θέλουν , φόρα τα. Έτσι το πήρες και τα φόρεσες , για καλό. Ένα ξαφνικό καλό , χωρίς ανταλλάγματα. Τα φόρεσες και ψήλωσε το τακούνι σου. Και αμέσως αρχίσανε τα διλλήματα. Κάτι διλλήματα , πελώρια σαν κύματα. Εσύ ήσουν και αισθανόσουν φτωχός από την μία και από την άλλη κοίταγες τα μοκασίνια σου , να τρίζουν ολοκαίνουργια και ξεχνιώσουν.
Άρχισες να πηγαίνεις και στα καφενεία. Ασσόδυο , ντόρτια και έμπαινες. Σούσουρο αμέσως. Κοίτα βρε τον Γιωργή, τι παπούτσια φορεί ,λέγανε όλοι. Καμάρωνες εσύ! Πιάσε μια ρακή φώναζες , και γράψτα στα βερεσέδια. 'Αρχισες να πηγαίνεις όλο και λιγότερο στα χωράφια, άφησες και το όνειρο σου να μπαρκάρεις. Δεν ήσουν εσύ τώρα για αυτά. Επιπλέον ερχόντουσαν και τα πακέτα , δεν ήταν για να λείπεις από την παραλαβή.
Καμιά φορά επιστρέφοντας στο πατρικό σου σπίτι από τις ολονύχτιες συζητήσεις για τα διλλήματα , το καλοκαίρι με το πορτοκαλί φεγγάρι ή τον χειμώνα με την μουτζουρωμένη από το καυσαέριο βροχή και με το κρύο, έκανες ότι κάνεις και σήμερα κλεισμένος στα αδιέξοδα σου. Μετέτρεπες τις συνηθισμένες αυτές διαδρομές σε διαδρομές προσωπικής δοκιμασίας, σε πορείες αινίγματος και επιθυμίας , με το ενδεχόμενο να σε οδηγήσουν κάποτε στο αληθινό σου σπίτι. Οι ασήμαντες λακούβες του νερού, άλλαζαν σχήμα και κλίμακα τότε. Γινόντουσαν χώροι τεράστιοι , λιμναίοι και κατοικήσιμοι. Ύψωνες μάντρες , εκεί που δεν υπήρχαν με καταράκτες αναρριχητικών που εντός τους φανταζόσουν μια αξιοπρεπή ζωή που σε αφορούσε. Μια ζωή απείρως πιο ενδιαφέρουσα από την πραγματική ζωή που ζούσες.
Μα το πρωί άρχιζες όλα αυτά να τα αποφεύγεις και επέστρεφες στον κλεφτοπόλεμο. Εσύ πια εξαπατούσες και την μάνα σου την ίδια, αφού και αυτή φρόνιμα όταν έπρεπε δεν σου μίλησε. Μονάχα σε κράτησε μικρό και κολλημένο στη φούστα της. Έκοψες και τα συναισθήματα , να μην σε ενοχλούν. Επιβίωνες. Εσωτερίκευσες μηδενικά. Έγινες εγωιστής. Όταν η μάνα σου ήθελε να σε ηρεμήσει , σου έκανε τα χατήρια και τα κατάφερνε , σε τουμπάριζε. Ίσως και να σου θύμιζαν τα παπούτσια , τον πατέρα σου που δεν γνώρισες ποτέ.
Τώρα στέκεις αδύναμος να κοιτάς το αδιέξοδο. Ένα λεπτό πριν ήσουν ευτελής ακόμα. Άπραγος έμεινες τόσα χρόνια και ξέχασες να πιστεύεις στον εαυτό σου. Η ευκολία σε κράτησε παιδί.
Σήκω αδερφέ μου και πολέμα. Να πετάξουμε τα παπούτσια , μας θυμίζουν το χθες.Αδιέξοδος και διέξοδος εμείς οι ίδιοι. Με γυμνά πέλματα , να κάνουμε τα πρώτα βήματα. Γεμάτοι ερωτήσεις όμως και όχι απαντήσεις , γιατί ήρθε η ώρα να μάθουμε πιά.
Φωτογραφία Milton Rogovin
http://www.miltonrogovin.com/biography.html
Εξαιρετικό! Την καλημέρα μου Ανν Λου. :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΌτι και να πω , θα είναι μικρό και ασήμαντο. Γράφεις μια προσωπική ιστορία , δυνατή σαν τον άνεμο και τρυφερή σαν το μπαμπάκι. Είναι ένα πό τα πιο σπουδαία σου κείμενα. Τι χάρισμα. Που μας γυρνάς.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγώ ο αναγνώστης σου
Σπουδαίο! Σκέφτομαι όμως Αννίτα, ότι το ξυπόλυτο χθες κάποιων ανθρώπων, χάραξε προσωπικές διαδρομές, που δικαιώνουν το δικό τους σήμερα. Αλοίμονο, που προσπερνώνται από εκείνους τους πάλαι ποτέ "ξυπόλυτους", που τα παπούτσια τους χαρίστηκαν ή και λάθρα τα απέκτησαν. Πως όλοι ίσα και όμοια να σταθούν;
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιούλη
Καθόλου ίσα και όμοια δεν είναι για να σταθούν όλοι Γιούλη.Είναι όμως πολλοί, που πήγαν καφενείο τελικά. Και προορίζουν τον εαυτό του ς για θύμα ξανά. Εξακολουθο΄θν και τώρα να μιλούν για το αύριο με όρους τους χθες. Εκτός πραγματικότητας. Μετέωρη η πραγματικότητα στέκει και αγκομαχά να συνδεθεί με τα συναισθήματα μας, να μην χάσκει με το στόμα ανοιχτό, έτοιμη να μας καταπιεί. Το αγκομαχητό αυτό καλά κρατεί εδώ και τουλάχιστον 50 χρόνια . Και επειδή είναι το δίμηνο των μεγάλων διλλημάτων, θα ήθελα πολύ να ελπίζω πως θα κάνουμε βήματα, ξυπόλυτα μεν αλλά δυνατά δε . Πολλοί μαζί και θα βγούμε από τα καφενεία. Καλή η νοσταλγία , αλλά το αύριο καλύτερο. Αυτά έχει το τάβλι...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν δεν απαλλαγούμε από τις παλιές μας νοτροπίες, θα κάνουμε ξανλα μια τρύπα στο νερό. Δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε τα νέα μας βήματα. Εγώ δεν έχω δει ποτέ και σε καμιά άλλη χώρα τέτοια εθραυστότητα και μπορεί να είναι η χρεωκοπία του καπιταλισμού και το ασπάζομια απόλυτα αυτό, αλλά να μην ξεχνόμαστε και αφηνόμαστε μονάχα σε αυτό. Με τις μαγικές του λέξεις και με υπέροχη γραφή δείχνεις άξια , τα λάθη και τις καταστάσεις που μας δέσμευσαν και μας κρατήσαν μικρούς , έτσι ώστε να μας διαχειρίζονται εύκολα. Αυτά πρέπει να σπάσουμε , αν θέλουμε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΜιχάλης
Κι εγώ μαζί σας είμαι και συμφωνώ απόλυτα και έτοιμη να ξυπολυθώ, αν χρειάζεται! Όμως ο αγώνας δρόμου ξεκίνησε και, όχι από ιδιοτέλεια αλλά για την ισότητα των όπλων, τα παπούτσια που δε μας χαρίστηκαν να τα κρατήσουμε, γιατί κάποιοι έβαλαν και "αθλητικό με αερόσολα", για να προσπεράσουν και πάλι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιούλη
Αυτά είναι σταράτα λογια. Μπράβο Ανν Λου...
ΑπάντησηΔιαγραφήΆρης Δαβαρακης
Είχα κάπου διαβάσει ότι, όταν υπήρχε το θέμα των βάσεων επι Κ.Καραμανλή, σε μια απο τις συνεδριάσεις , ο Καραμανλής, έπρεπε να πει θελουμε τις βάσεις, αλλα δεν τις θελουμε. Αυτή την παρανοική αντίφαση, δεν τόλμησε να την εκφράσει. Μοναχα αν έλεγε κάτι τέτοιο θα μετέφερε αυτούσια την λαϊκή αμφιθυμια. Δεν το έκανε. Είπε θελουμε τις βάσεις. Αλλά ξέχασε να πει , τι θα θέλαμε να μας δώσουν αφού δεχόμαστε τις βάσεις. Απο τότε όλοι ξεχνούν να πουν αφού στέλνουμε βοήθεια εκει, θελουμε αυτό . Δεν ζητάμε , όταν δεχόμαστε. Συμφωνώ ότι τώρα εδω που φθάσαμε, και απαπουτσοτοι θα πρέπει να προχωρήσουμε. Ακόμα και γυμνοί , αλλά να ξέρουμε τι ζητάμε., ,α ξέρουμε τι όρια βάζουμε, επιτέλους και να διεκδικήσουμε. Οι διακρατικές σχέσεις είναι δίνω παίρνω. Και όχι ο κερδισμένος τα παίρνει όλα. Ποιος τα λέει αυτά μήπως έχετε ακούσει.. . ; Κανείς. Τώρα θα αρχίσουν όλοι τα η έτσι ´η γκουβετσι....απ´ο συννένεση....τζίφος που λέει και μια ψυχή. Τη καλησπέρα μου. Το κάνω ανάρτηση αμέσως ....
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρήστος Ραπτης
Όταν πριν πολλά χρόνια είχα δει στο θέτρο , το τάβλι του Δημήτρη Κεχαίδη, προτοένιωσα πως η δημοσιονομική μας κρίση είναι προιόν μιας βαθύτερης αντιπαλότητας και όχι μονάχα ταξικής. Κάτι σαν ο Ρωμηός να παλεύει με το κράτος. Η δύναμη είναι στο λαός μας. Αλλά αυτή την στιγμή μέσα στον καταιγισμό της κατάρευσης του καπιταλιστικού συστήματος, ο λαός μας περισσότερο από κάθε άλλη φορά πάσχει από την χαμηλή του αυτοεκτίμηση. Έτσι η ανελέητηη συντεχνιακή αλληλοσυγκάλυψη ΠΑΣΟΚ και ΝΔ προκαλούσε στον λαό χρόνια τώρα διάθεση να καλυφθούν και να ξεχαστούν στην προστατευτική αγκαλια της εξουσίας. Αυτό τελειώνει . Όταν μπορέσουμε να μην αναγνωριζόμαστε μονάχα στο παρελθόν αλλά στο τώρα και στο αύριο, τότε δεν θα τα εισπράτουμε όλα μοιρολατρικά. Λάτρεψα τι κάθε κόμμα και την κάθε τελεία του κειμένου σου. ΑΠό την φωτογραφία που χωρίς πολλά πολλά μας έφερε στο νου πως όλη αυτή η λεηλασία έγινε κάτω από τα μάτια της θρησκευτικότητας που μας μετέφερε μεταφυσικά την σωτηρία μας στον άλλο κόσμο, έως τις εικόνες σου που με έκαναν να ακούω τα τακουνάκια των λουστρινιών στις πλάκες.. Σήμερα θα ξεχωρίσω και θα σταθώ και στο ξεκάθαρο της πρότασης, το τόσο μοναδικά δοσμένο. Άρωμα παλιό, σε νέα φλέβα. Εκρηκτικός συνδιασμός.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝΜ
Ποτε βγαίνει το βιβλίο...?
ΑπάντησηΔιαγραφήΞενια
Δύσκολα να μείνουμε ξυπολιτοι. Θα συμφωνήσω με την Γιουλη και τελικά γιατι; Γιατι να παραχωρησουμε τους αγώνες που μέχρι τώρα, καποιοι έδωσαν; να γίνει Ομόνοια ουσιαστική και να βάλουμε κοινό στόχο. Πολυ φοβάμαι πως αυτές οι εκλογές, θα μας βουλιάξουν βαθεια , σε πολυ δύσκολες και αγριεμενες θάλασσες. Ακούω τις ιαχες των αγριεμενων και πεινασμένων των δίλημμα των...
ΑπάντησηΔιαγραφήΔημήτρης Ξ
πρέπει να απαλλαγούμε από το κακό μας εαυτό, και όσοι δεν έχουν τόσο κακό εαυτό, ας βάλουν ένα χεράκι να βοηθήσουν με καθε τρόπο τους άλλους που έχουν . Γιατί οδρόμος προς την προοπτική ή μας συμπεριλαμβάνει όλους ή δεν υπάρχει , είναι οφθαλμαπάτη. Και τις αερόσολες να προσπαθήσουμε να τις ξεχάσουμε γιατί θα μείνουμε πάλυ κολλημένοι και της μοκροσυντεχνίας συνεχιστές. Μπορεί να μας κακοφαίνεται να μπούμε στο ίδιο καλάθι, αλλά αυτό σημαίνει υπέρβαση για το καλό που δεν μπορεί παρά να είναι κοινό. Πολύ αξιόλογο το σαλόνι σας , αγαπητή συνάδερφε.Και φυσικά όχι τυχαία...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚΜ
Βλέπεις τι κάνεις ; καταλαβαίνεις; συνειδητοποιείς τι φέρνεις ;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίμαστε λαός θαλασσινός. Την θάλασσα που μας περιβάλλει να κοιτάμε , αυτή θα μας βοηθήσει με τον τρόπο της να αντιληφθούμε και να βρούμε τρόπο . Η φυγή είναι μέσα στο αίμα μας. Και η Άνοιξη που δεν μπορεί θα καταφθάσει είναι φυγή και είναι μέσα στο αίμα μας και αυτή. Όπως ακριβώς η ζεστασιά και η ομορφιά στα λόγια σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟρφέας
Καλησπέρα σε όλους και σας ευχαριστώ θερμά που βρεθήκατε στα λημέρια μου. Είναι ανάγκη να απαντηθεί νομίζω το ερώτημα ποίος είμαι και που πάω. Να πάρουμε τον εαυτό μας λιγάκι σοβαρά και χωρίς επιπολαιότητες και υπεκφυγέςνα κάνουμε μια επανάσταση , πρώτα στα μυαλά μας. Γιούλη , να κρατηθούν τα παπούτσια που δεν μας χαρίστηκαν , σύμφωνοι. Να απαντήσουμε όμως καθαρά τι θέλουμε να κάνουμε με χαρισμένα, Θα αποφασίσουμε να προστατεύσουμε μόνοι μας τον εαυτό μας ; η θα εξακολουθήσουμε να ζούμε στην ψευδαίσθηση μιας απέραντα ελαστκής δυνατότητας εναλλακτικών λύσεων....
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο κείμενο δεν παίζεται! Μέσα στις λέξεις του και στον κάθε συμβολισμό του , κρύβεται η ιστορία και τα χαραχτηριστικά μας , εδώ και τόσα χρόνια. Δεν γίνονται έτσι αυτά. Η παραγωγή του λόγου σου , είναι εκπληκτική. Δεν ξέρω που να πρωτοσταθώ. Διαλέγω , όχι τυχαία για μένα...'' ίσως και να σου θύμιζαν τα παπούτσια, τον πατέρα σου που δεν γνώρισες ποτέ...'' . Ή χαρά που σε γνωρίζω δεν περιγράφεται.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠέτρος Κυριακίδης
Και ο λαός βοηθός!
ΑπάντησηΔιαγραφήΦτου ξελεφτερία
Αννίτα συμφωνώ, ότι για να αλλάξει το σήμερα και να ελπίζουμε για το αύριο χρειάζεταινα τσαλακωθούμε, να παραιτηθούμε από ψευδαισθήσεις, δοτές χαρές και ανεδαφικές εναλλακτικές. Όχι τώρα, αλλά εδώ και πολλά χρόνια το πίστευα. Ποτέ ωστόσο δεν ήμουν υπέρ της ισοπέδωσης των πάντων, δικαίων τε και αδίκων, διότι δεν πιστεύω στις παρθενογενέσεις. Κάθε σήμερα έχει και ένα εχθές και πρέπει από το εχθές να κρατούμε το υγιές και να απορρίπτουμε το άρρωστο, για να πάμε παρακάτω. Χαρισμένη στη δική μας τη γενιά είναι και η δημοκρατία με τα επί μέρους δικαιώματα και τις ελευθερίες της. Δώρο στη γενιά μας και το δικαίωμα στη συμμετοχή, στην εργασία, στο συνεταιρίζεσθαι, στο συνδικαλίζεσθαι, στο εκλέγειν και εκλέγεσθαι, στην ελευθερία του λόγου και του τύπου. Κι όσοι επί χρόνια με εντιμότητα, ηθική ακεραιότητα κι ευλάβεια τίμησαν αυτά τα δώρα, είναι βέβαιο ότι συμφωνούν. Είναι έτοιμοι να συμμετάσχουν σε διαλόγους, να λάβουν μέρος σε συντεταγμένες διαδικασίες, να θέσουν στόχους, να συναινέσουν και να πάρουν αποφάσεις, να επιστρέψουν ό,τι κέρδισαν από περιττές "παράπλευρες προσφορές" (side-offers). Είναι εύκολο αυτοί να συμμεριστούν το όνειρο. Εξάλλου, μη φανταστείς τίποτε σπουδαίο. Οι ιδέες και η αξιοπρέπειά τους είναι τα δύο τελευταία παπούτσια για τους περισσότερους από αυτούς. Αυτά είναι τα όπλα τους. Πώς όμως αυτούς να αφοπλίσεις, περαιτέρω; Πώς να τους χωρέσεις στο ίδιο τσουβάλι με το "υπερεγώ" των τύπων με την αερόσολα; Πώς να τους βάλεις, ακόμη και σήμερα, στο ίδιο τσουβάλι με τα βουλευτικά έδρανα της αναλήθειας, της σκοπιμότητας, του καιροσκοπισμού, του λαϊκισμού, του φωνακλάδικου τίποτα; Πώς να τους βάλεις, ακόμη και σήμερα, πλάι σε μεγαλόσωμες, καλαναθρεμμένες συντεχνίες, συνδικάτα και συνδικαλιστές που κάνουν τη χώρα μπαχτσέ-τσιφλίκ, προκειμένου "για την ικανοποίηση δικαίων αιτημάτων τους", βλ. δε δίνω τίποτα μα τίποτα από τα "χαρισμένα" αλλά θα επιδιώξω κι άλλα και οι υπόλοιποι ας κόψουν το λαιμό τους; Πώς σήμερα να πείσεις έναν ολόκληρο κόσμο, που διαμορφώνει χρόνια τώρα άποψη από δημοσιογράφους που πληρώνονταν για να μιλήσουν ή να μη μιλήσουν;Δεν είναι τώρα. Χρόνια τώρα το ίδιο τροπάρι. Δεν έχει τέλος η λίστα των τύπων με την "αερόσολα", και αν οι κρατούσες συνθήκες δεν τους έχουν ακόμη πείσει να την επιστρέψουν εκουσίως, και να συμπαραταχθούν με την άποψή σου, δυστυχώς τίποτε δεν θα τους πείσει. Δυστυχώς! Η κλεψύδρα γύρισε και ο χρόνος έχει ήδη αρχίσει να μετράει αντίστροφα... Ο λαός βοηθός, που λέει και ο/η Φτου ξελεφτερία
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιούλη
Δεν μιλώ για ισιπέδωση ούτε για παρθενογέννεση φυσικά. Ό,τι είναι να σωθεί, σώζεται ήδη σαν τα ΄έντόσθια'' κίνητρα μας. Σχεδόν δεν μας ρωτά για να σωθεί. Εκεί που βρεθήκαμε οι περισσότεροι από μας παθητικοί αποδέκτες του χρόνου αντί να είμαστε ενεργοί δημιουργοί του, εκεί αναφέρομαι. Και σκέφτομαι, πόσο καλά θα ήταν αν μπορούσαμε να προσδιορίσουμε τον στόχο μας και να υπερβούμε μια φορά επιτέλους τις συγκυρίες και να μην ξαναμπούμε σε διλλήματα παλαιάς κοπής. Αυτό θα έδινε και κάποιο νόημα και στο χρόνο της κλεψύδρας που γύρισε , όπως λες Γιούλη και μάλιστα του χρόνου της μεγάλης κλεψύδρας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαζί σου! Και μαζί με τη soti, επίσης. Χείμαρος είσαι και μας σπρώχνεις, καλή μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦιλιά,
Γιούλη
Μανούλα μου , τι κειμενάρα είναι τούτη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγώ ο αναγνώστης σου
Υπέροχο... Και νοσταλγικό... Θυμίζει λίγο το παρελθόν. Αλλά παρόμοιες καταστάσεις ισχύουν και σήμερα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜήπως πρέπει να μείνουμε όλοι λιγάκι ξυπόλυτοι;
'Eτσι νομίζω Βασίλη, ξυπόλυτοι , έστω με πάνινα παπούτσια και να ελπίσουμε. Η ελπίδα στο καλύτερο αύριο θα μας ζεστάνει. Καλώς ήρθες.
Διαγραφή