Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019

Με ανοικτή μπαλκονόπορτα




     Κάποια στιγμή έβαλε το περπάτημα στην ζωή του.  Δυο τρεις φορές τη βδομάδα πριν πάει στη δουλειά πήγαινε στο δημοτικό γήπεδο, φορώντας ακουστικά και περπατούσε με γρήγορο ρυθμό γύρω στα τρια χιλιόμετρα. Το υπόλοιπο πρωινό είχε την μονοτονία του. Ξύρισμα, μικρή διαδρομή με το αυτοκίνητο, μετρό, οκτώ στάσεις, γραφείο. 
    Ισπανικά τελικά δεν έμαθα ποτέ. Η Μαρίνα τον παρότρυνε να κάνει ένα μεταπτυχιακό στο ανοικτό Πανεπιστήμιο στο βιομηχανικό σχέδιο που πάντα του άρεσε. Δεν ήθελε όμως. Ό,τι διάβασε διάβασε. Η δουλειά του ήταν απαιτητική. Πολλές φορές τον απασχολούσε μέχρι αργά το βράδυ, ακόμα και τα σαββατοκύριακα. Επειδή θα γίνεις διευθυντής του έλεγε η Μαρίνα. Αυτός ήξερε πως δεν θα γίνει ποτέ διευθυντής. Ήξερε πως αυτή ήταν απλά η δουλειά του. 
     Ούτε πιάνο έμαθε. Μεγάλωσε πια. Τον Ιούνη έκλεινε δεκαοχτώ χρόνια γάμου και είκοσι στην εταιρεία. Η Μαρίνα είχε επιμείνει και αγόρασαν το οικοπεδάκι στη Ραφήνα για τα παιδιά.
- Ξεβράκωτα θα βγουν στη ζωή του έλεγε. 
- Με τόσα λεφτά θα είχαμε γυρίσει το κόσμο της απαντούσε. 
  Τα καλοκαίρια του άρεσε να κοιμάται με ανοικτή μπαλκονόπορτα, να τρυπώνει η μυρωδιά του γιασεμιού και  ν΄ακούει τα τριζόνια. Η Μαρίνα κοιμόταν με air condition. Η Μαρίνα, το Μαρινάκι του που κάποτε μόλις άναβε αυτός air condition μάζευε τα πόδια της ψηλά στην κοιλιά και κουλουριαζόταν για να προστατευθεί από το κρύο.  
     Έξω από το μετρό είδε μια κοπέλα με μακριά μαλλιά να ανεβαίνει σε μια 750αρα Africa Twin που την περίμενε παρκαρισμένη. Την παρατήρησε και τις υπόλοιπες μέρες. Ο οδηγός της μηχανής ήταν πάντα εκεί και η κοπέλα με τα μακριά μαλλιά μόλις έβγαινε από το μετρό  έπεφτε στην αγκαλιά του, σε δευτερόλεπτα ανέβαινε στη μηχανή και έφευγαν. 
     Άρχισε να παρατηρεί τις μηχανές στο δρόμο. Τις έβλεπε να τον προσπερνούν και άκουγε τον θόρυβο που άφηναν πίσω τους. Πάντα ήθελε να έχει μηχανή. Δεν τα κατάφερε ποτέ. Οι υποχρεώσεις δεν το επέτρεψαν ποτέ.. Επιστρέφοντας μια μέρα από το γραφείο πέρασε και την παράγγειλε. Κάποια κυβικά παραπάνω απ΄αυτά που ήθελε κάποια χρόνια νωρίτερα.  Στην Μαρίνα δεν είπε τίποτα. 
      Την ημέρα που την παρέλαβε ζήτησε άδεια. Ανέβηκε στον Υμηττό. Οι μυρωδιές τρυπούσαν τα ρουθούνια του. Πέρασε από τη δουλειά της Μαρίνας. 
- Θα ανέβεις; Τη ρώτησε πριν προλάβει αυτή να αντιδράσει. 
Πήγανε μια μεγάλη βόλτα. Έφθασαν μέχρι τη θάλασσα. Εκείνος φοβόταν πως η Μαρίνα κάτι θα έλεγε και θα του χαλούσε τη χαρά. Η Μαρίνα δεν είπε τίποτα. Σιγά σιγά κόλλησε  πάνω του και τον έσφιξε από τη μέση. Η νύχτα έγινε μπλε. Όταν γύρισαν ήπιαν παγωμένη μπύρα στο μπαλκόνι και έκαναν έρωτα.
Δεν ήταν καθόλου σίγουρος πως θα κατάφερνε να κρατήσει τη μηχανή. Οι υποχρεώσεις ήταν τεράστιες. Ντρεπόταν τη Μαρίνα που είχε αρχίσει και δεύτερη δουλειά. 
Οι επόμενες μέρες κύλησαν σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. 
Σαν όμως, γιατί στην πραγματικότητα είχε κάτι συμβεί. Στον ωκεανό του σκοταδιού είχε μυρίσει γιασεμί. 
      

Midnight Crude, 2012, by Lisa Marie Yvonne Duval       

1 σχόλιο:

  1. Πολύ όμορφο Άνν! Με ένα κράμα χαμόγελου και θλίψης. Με το δικό σου εκφραστικό τρόπο. Να είσαι καλά. Αχ αυτά τα όνειρα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή