Σάββατο 4 Ιουλίου 2015

Αρόδου




      Προσπαθώ καθημερινά να κατανοήσω και βασανίζομαι. Πέφτουν πάνω μου οι απόλυτες βεβαιότητες και θυμώνω. Θυμώνω με τους απόλυτα σίγουρους. Mοιάζουν πως κάτι κρύβουν. Τους υποψιάζομαι για φανατισμό και κρυφό συμφέρον. Δεν ξέρω αν έχω δώσει λανθασμένη εντύπωση γράφοντας όλα αυτά τα χρόνια. Όμως έτσι είμαι. Δεν τα πάω καλά με τα σίγουρα. Επίσης δεν μου αρέσουν καθόλου οι μονολεκτικές αποφάσεις. Ιδιαίτερα όταν γνωρίζω πως οι λόγοι που οδήγησαν σ΄αυτές είναι κυρίως που μετράνε. Θα ήθελα πολύ ένας από τους αρμόδιους, ξέρεις απ΄αυτούς που βλέπουμε τουλάχιστον τρεις, τέσσερις φορές την μέρα, να μου εξηγήσει απλά και καθαρά, αν βγουν τι έχουν σκοπό να κάνουν. Στην ουσία δεν έχω σε κανέναν εμπιστοσύνη πως θα διαχειριστεί δίκαια την δυστυχία που έτσι κι αλλιώς θα συνεχίσει να υπάρχει.
      Απλά και καθαρά. Και φυσικά τρέμω μην τα φέρει η τύχη και ξανά βρω μπροστά μου κάτι παλαιοκομματικές φάτσες ή τίποτα απ΄αυτούς που δεν προλαβαίνω ποτέ να καταλάβω πώς αφού είναι στην φυλακή είναι την κατάλληλη στιγμή πάντα έξω. Αυτά σου λέω εδώ καταμεσίς στις μέρες που γραπώθηκαν στην μέγγενη των ΑΤΜ. Σ΄ένα τοπίο εξώκοσμο,  ακατέργαστο, παρατημένο στην μοίρα του. Δεν σου γράφω με ηρεμία. Ο κόσμος το έριξε στα βαριά αντικαταθλιπτικά και παίζει ποδόσφαιρο μπροστά στις τηλεοράσεις με τις θλίψεις. Γιατί βλέπεις της χαράς μπορείς να της κρυφτείς, της λύπης ποτέ. Αλλά κάτω τα χέρια από τα ποδόσφαιρα. Αριστεροί, δεξιοί και άμπαλοι ενώνονται σε μια ενιαία άμορφη μάζα γκολτζήδων. 
     Τα λόγια μας, τα επιχειρήματα, σκάνε σαν αναβράζοντα δισκία για εκτόνωση. Για όλα τα φανερά, τα από καιρό γνωστά, τα άλυτα, τα εμπλεκόμενα, τα διαιωνίζοντα. Για όλα αυτά που δεν κάναμε και τίποτα για να τα σβήσουμε και να προχωρήσουμε. Στο τέλος έρχεται πάντα η διάλυση. Ρίχνουμε την κουβέντα στο νερό και τελειώνουμε. Για ένα άλλοθι, δικό τους και δικό μας. Οι τηλεοράσεις δεν κλείσαν ποτέ, δεν τις σπάσαμε. Θυμάμαι πως το βράδυ που σκοτώσαν τον Παύλο Φύσσα τα κανάλια είπαν πως κάποιοι τσακωθήκαν για την μπάλα. 
     Νεκρά κουφάρια αδερφών που δεν βγήκαμε από την ίδια μήτρα αλλά θα πεθάνουμε στον ίδιο πλανήτη. Ενω το πλοίο θα μένει αρόδου. Η μεγαλύτερη φτώχεια είναι που έγιναν οι άνθρωποι αόρατοι ο ένας για τον άλλον. Κοιταζόμαστε σαν ενοχλητική παρεμβολή. Παίρνουμε το βλέμμα μας βιαστικά και ενοχλημένα. Το να βλέπεις κοιτώντας είναι μια μάλλον σύγχρονη προσευχή των πόλεων. 
      Χρειάζομαι αέρα. Πόσο αφελείς καταντήσαμε. Πόσο γρήγορα θα ξανακλειστούμε στην σιωπή μας. Γι ΄αυτό την άλλη φορά λέω τα κουτάκια να είναι πιο μεγάλα. Το ένα για να χωράρει τα άλλοθι του καθενός μας, έτσι που να μην διχαστούμε ποτέ. Τουλάχιστον όχι παραπάνω από όσο είμαστε διαχασμένοι από κούνια. Ταξική διαφορά το λένε αυτό. Και το άλλο κουτάκι να χωράει μια λέξη μόνο. Ευτυχία. Ευτυχία φίλε μου και ενώ οι οθόνες θα ψάχνουν την ευημερία. Σαν εκείνο το πλοίο που στέκει πάντα αρόδου. 





2 σχόλια:

  1. ...είπε η ένρινη λεπίδα στη πληγή
    και συνεχίζει ακόμη να το λέει

    σα να το απολαμβάνει

    υγ. κρίμα


    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Εξαρτημένα άτομα έχουμε γίνει Άννα, είχα καιρό να σου γράψω, παρόλο που συχνά σε διάβαζα... και ξέρεις το εξαρτημένο άτομο, αναπνέει μέσα απ' αυτόν που του βάζει το μαχαίρι στο λαιμό... δεν αγαπάμε, έχουμε γίνει οι τέλειοι επικριτές, έχουμε κλείσει τις καρδιές μας και όταν κανείς τολμήσει να μιλήσει για κατανόηση, για συμπόνοια και για Αγάπη (γιατί τα τρία αυτά είναι ένα) τον θεωρούμε γραφικό και κοιτάζουμε σαν να είναι ούφο... δεν θα σοβαρευτούμε ποτέ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή